24 Μαΐ 2017

Τιτιβισματα Σικελιας... Χειμερινα!!!

Πρόλογος


Η έμπνευση αυτών των χειμερινών διακοπών προήρθε καθαρά, από το ίδιο το μηχανάκι. Και αυτό γιατί οι ταξιδιωτικές μας περιπλανήσεις της χρονιάς που κύλησε, δεν τις βιώσαμε όσο θα έλπιζα από κοινού. 
Το fazer το είχα φτιάξει για τις καλοκαιρινές μας εξορμήσεις, έδωσα ένα κάρο λεφτά για να το κάνω σέρβις να βάλω καινούργια λάστιχα να αγοράσω κάποια βοηθήματα τα οποία θα μου ήταν χρήσιμα για το ταξίδι. Και τελικά, κάποια ηλεκτρολογικά προβλήματα ( Που θα αναφερθούν εκτενέστερα το ταξιδιωτικό που δεν έχει γραφτεί ακόμα) Είχαν σαν αποτέλεσμα να το χαρώ μόνο για τέσσερις ημέρες και όλο πλήρωνα, ασφάλειες και όλο πλήρωνα για το γκαράζ που το σταθμεύω,  και όλο αυτό για μόνο τέσσερις ημέρες....Ε όχι !!!


Η σκεψη ήρθε τέλος Σεπτεμβρίου …


- Ανθή να φύγω;

- Καλά εσύ έχεις χαζέψει τελείως ! Τώρα θα φύγεις που έρχεται ο χειμώνας!! θα παγώσεις και που θα πας;

- Δεν ξέρω, λέω για Γιουγκοσλαβία

- Καλά, να φύγεις τώρα όμως προτού να πιάσουν τα πολλά κρύα.

- Ναι τώρα θέλω να φύγω για να προλάβω την αλλαγή της ώρας έτσι ώστε, να έχω ακόμα μια ώρα  οδήγησης προτού να νυχτώσει.

- Και που θα μείνεις;

- Σε σκηνή.

- Μείνε σε ξενοδοχείο.

- Δεν θέλω... Αν μείνω σε ξενοδοχείο θα έρθεις;

- Όχι θα έχει κρύο.


Η ενημέρωση της μάνας για τα επικείμενα μου σχέδια γινόταν φυσικά μέσω τηλεφώνου έτσι ώστε, να μην έχω άμεση επαφή με τις όποιες αντιδράσεις της. Καλύτερα όχι. Πως το λένε από μακριά και αγαπημένοι. Και όχι μόνο, αλλά η Ανθή όταν κόμπιαζε για κάποια δευτερόλεπτα η Mather  στο τηλέφωνο, την έλεγε.


- Κρίμα είναι, αφού το μηχανάκι είναι έτοιμο.

- Καλά (Γαμημένο μηχανάκι!!! Ποιος πούστης το ανακάλυψε!!!).


Έτσι κάπως μπήκα σε τελική τροχιά για την εκδρομή όμως πως το λένε, αν λογαριάζεις χωρίς τον ξενοδόχο. Ενημέρωσα για την άδεια μου στην δουλειά ( Αδεια χωρίς λεφτά εννοείται!) Αλλά κάποια εργασιακά προβλήματα με πήγαιναν ημερομηνιακα πίσω. Πέρασε ο μήνας άλλαξε η ώρα, εγώ δούλευα το fazer  κοιμόταν στο γκαράζ, και όλο το πλήρωνα.

Μου έλεγε η Ανθή.


- Ρε Νίκο θα φύγεις;

- Ναι, περιμένω να πάρω άδεια.

- Ε πότε  θα την πάρεις, τον Δεκέμβρη;

- Δεν με νοιάζει, οταν πάρω την άδεια όμως, έφυγα.

- Και που θα πας;

-Δεν ξέρω ανάλογα πότε θα πάρω άδεια.

-Θα έρθεις;

- Καλά εσύ έχεις χαζέψει τελείως.


Η μάνα μου το είχε ψιλό ξεχάσει το γεγονός, ένιωθε ασφάλεια και ευγνωμοσύνη που γιος της δουλεύει. Ασφάλεια για εμένα και ευγνωμοσύνη για το αφεντικό μου, που δεν μου έδινε άδειά. Τελοσπάντων για να μην μακρηγορώ η άδεια μου εγκρίθηκε τέλος Νοεμβρίου.


- Μαμά πήρα άδεια φεύγω.

-Α ναι (Τον πούστη του έδωσε άδεια τελικά! Τζάμπα τόσα τάματα!!!) Και που θα πας;

-Δεν ξέρω, λέω να πάω Ιταλία.






Εν τω μεταξύ τον καιρό που περίμενα να πάρω άδεια σκεφτόμουν και διάφορα πλάνα στο που μπορώ να πάω οπως, να πάω Γιουγκοσλαβία παραλιακά και να γυρίσω από άλλο δρόμο. Αλλά δεν μου άρεσε πολύ το σχέδιο γιατί κάποια ορεινά περάσματα που πιθανόν να περνούσα,  να είχαν παγετούς. 
Ένα άλλο σχέδιο που έπαιζε σχεδόν μέχρι το τέλος ήταν, να πάω στην Βενετία με καράβι από εκεί να πάω στη λίμνη Κομο για κάποιες διανυκτερεύσεις και να κάνω, κοντινές εξορμήσεις στην γύρω περιοχή. Αλλά δεν μου άρεσε τόσο το σχέδιο γιατί και το καράβι ήταν ακριβό (250 € πάνε ελα). Θα έκανα πολύ λίγα χιλιόμετρα στο ταξίδι και δεν θα είχα τόσο την αίσθηση της περιπέτειας γιατί θα είχα, καπαρωμένες διανυκτερεύσεις. 
Ασε που δεν μου αρεσει αυτό το είδος των διακοπών το να τριγυρνώ γύρω γύρω από ένα μέρος και να μην μπορώ να πάω παραπέρα, γιατί τα χιλιόμετρα που θα έπρεπε να διανυθούν θα ήταν απαγορευτικά στο να πάω και μετέπειτα, να ξαναγυρίσω πίσω. Τέτοιου είδους διακοπές θα έκανα με την Ανθή.


- Ανθή θα έρθεις έτσι;

-Νicht normal!!!

Καράβι Βενετία και επιστροφή μέσο  Γουγκοσλαβίας… αλλά δεν. 
Να πάω από  Μπάρι Τοσκάνι αλλά με χαλούσε γιατί η φύση στο καταχείμωνο δεν θα ήταν και στα καλύτερά της οπότε, θα ήταν το λιγότερο μαλακια  να πάω στην Τοσκάνη και να μη δω τις ομορφιές που τόσο απλόχερα θα μου πρόσφερε αν πήγαινα άνοιξη φθινόπωρο ή, καλοκαίρι. Έπειδή εγώ πήγα το χειμώνα! Πως το λένε πήγε ο εβραίος στο παζάρι και ήταν Σάββατο! Αλλά και για ένα ακόμα πιο σημαντικό λόγο.

- Ανθή τι λες να πάω στην Τοσκάνη;
-Που είναι αυτό;
-Εκεί, πάνω από τη Ρώμη.
- Στους σεισμούς;
-Ναι.
- Όχι!

Κάποια άλλα σχέδια δίχως την παραμικρή συναίσθηση του χρήματος όπως, να πάω από Βενετία νότια Νορβηγία να δω χιονισμένα φιορδ. Γούσταρα!

- Ρε Νίκο στη Νορβηγία θα πας;
- Σιγά ρε συ, 5000 km είναι από την εθνική πάνε έλα.
-Χωρίζουμε δεν θα με πεθάνεις εσύ!
-Με χαλάει που θα νυχτώσει πολύ νωρίς. Στις τρεις.
-Μαλακία δεν είναι!
-Ε ναι.
-Άσε που το είπα στη μάνα σου και τις, ΕΠΕΣΑΝ ΤΑ ΔΟΝΤΙΑ!!!  
-Καλά.

Νότια Ιταλία και Σικελία αλλά σκεφτόμουν ότι ίσως με απογοήτευε σαν προορισμό. Μήπως τελικά δεν θα ήταν ωραία!
Στον καφέ  με τα παιδιά από το Φόρουμ τους είπα για τις επικείμενες ταξιδιωτικές βλέψεις μου και με κοιτούσαν, με ένα βλέμμα απορίας.

– Τι λέτε ρε παιδιά στη Γιουγκοσλαβία θα έχει χιόνια τέλη Νοεμβρίου;
– Ναι
– Και που να πάω ρε γαμώτο;
– Που θα μείνεις σε ξενοδοχείο;
– Σε σκηνή θέλω. Είδα κάποια κάμπινγκ στην Κόμο  που είναι ανοιχτά όλο το χρόνο.
– Θα μελανιάσεις!
– Όχι το σκέφτηκα. Θα πάρω και θερμαινόμενό στρώμα.
– …

Οι μέρες όλο περνούσαν με τις θερμοκρασίες όλο να κατεβαίνουν. Στην Κόμο  είχε τέσσερις βαθμούς, στο Μόναχο που μένουν τα πεθερικά μου χιόνιζε.
Μιλούσε  η Ανθή με τη μάνα της.

– Καλά ο Νίκος σοβαρά τώρα θα φύγει εκδρομή με τη μηχανή το καταχείμωνο;
– Τι να τον κάνω.
– (Χαρά στο κουράγιο σου) Και που θα πάει;
– Δεν ξέρει μάλλον Ιταλία.
– Στον μπαμπά δεν είπα τίποτα για το κελεπούρι μας, άσε μην έχουμε κι άλλα. (Επειδή αυτός είναι μπερδεμένος! Ο μπαμπάς τι φταίει)
– Καταλαβαίνω.

Εγώ βέβαια σε αυτές τις συζητήσεις δεν έπαιρνα μέρος, αλλά και για κάποιο ανεξήγητο λόγο ούτε και υπήρχε η θέληση από τη μαμά... Να πάρω μέρος.
Στη δουλειά πάνω κάτω τα ίδια.

– Χάζεψες ρε μέσα στο χειμώνα θα φύγεις;
– Τι λέτε ρε παιδιά, το δύσκολο είναι να δουλεύεις πακετας, και όχι να πηγαίνεις διακοπές.
– Γυναίκα σου δεν θα παγώσει;
– Δεν θα έρθει.
– Πλάκα κάνεις.
– Όχι, γυναίκα μου δεν είναι πακετας.
– Έχεις κανέναν γνωστό, κάποιον εκεί;
– Όχι.
– Και τι θα κάνεις μόνος σου;
– Θα γουστάρω.

Ή σε άλλες συζητήσεις που έκαναν αναμεταξύ τους με εμένα παρόν, έλεγαν…

– Ρε σοβαρά μόνος του θα πάει;
– Ναι.
– Χωρίς τη γυναίκα του;
– Ναι, τι νομίζεις όταν μας λέει ότι παίρνει χάπια, πλάκα μας έκαμνε. Όχι σοβαρά μιλούσε!

Η Ανθή μου είχε ξεκαθαρίσει ότι άμα πήγαινα με σκηνή θα με χώριζε και εγώ τέσσερις μέρες πριν φύγω, δεν ήξερα ακόμα πού να πάω. Οπότε και ταξιδιωτικό πρόγραμμα δεν έκανα γιατί δεν ήξερα... Για που να το κάνω!!!
Μίλησα με τον Πασχάλη στο τηλέφωνο.

– Ρε Πασχάλη που να πάω, λέω να πάω Σικελία γιατί ο καιρός έχει σφίξει στα βόρεια.
– Να πας είναι πανέμορφα.
– Φοβάμαι μην απογοητευθώ
– Όχι ρε, η Σικελία είναι από τους πιο διάσημους προορισμούς στον κόσμο. Να πας.
– Α ναι… (Τι μαθαίνει κανείς)

Αποφασίστηκε λοιπόν εκεί θα πάω. Είδατε εύκολο ήταν!

– Με σκηνή θα πας;
– Αν πάω με σκηνη η Ανθή θα με χωρίσει.
– Θα έρθει και η Ανθή;
– Όχι κρυώνει.
– Δεν έχει και άδικο.

Αφού ανακοινώθηκαν τα νέα στον περίγυρο μου με μία εμφανής αίσθηση  ανακούφισης μιας και, θα κινούμουν σε γεωγραφικά ύψη από το ύψος της Θεσσαλονίκης το υψηλότερο έως της Πελοποννήσου, το χαμηλότερο... Και μια χαρά!
Επιτέλους λοιπόν να δούμε και που θα πάω… και το ίντερνετ πήρε φωτιά!

– Ανθή ανησυχείς για εμένα;
– Όσο να 'ναι.
– Ποιος λες να ανησυχεί παραπάνω από εσένα για το ταξίδι;
– Η μάνα σου.
– Όχι.
– Η μάνα μου;
– Όχι.
– Ποιος;
– Η ADAC!

Είχα πολύ άγχος για το ταξίδι! Και αυτό το fazer πια, τρεις εκδρομές έκανα και στις τρεις χάλασε! Και ο Γκαλης αν βαρούσε τρεις ελεύθερες βολές την μια μπορεί να την έχανε. Αλλά το fazer όχι! 100% επιτυχία. Πως να μην ανησυχεί η ADAC!!  Με εμένα,  παίζει και να φαλιρίσει!!!

Project fazer

Τίποτα!!! Δεν έκανα τίποτα για το ταξίδι, ούτε καν την αλυσίδα δεν τέντωσα Έβαλα μία μπαταρία το καλοκαίρι. Έφτιαξα κάτι ηλεκτρολογικά καλώδια που είχαν καεί και όλες τις εκδρομές που έκανα (Μια έκανα), οδηγούσα με τα φώτα κλειστά. Μην ανάψω τα φώτα και το fazer, μου αλλάξει τα φώτα. Το πήγα στον ηλεκτρολόγο μία εβδομάδα προτού να φύγω, εν τω μεταξύ εγώ ήμουν σίγουρος ότι ήταν ο ανορθωτής γιατί και την άλλη φορά που είχα μείνει, τα ίδια προβλήματα είχα.

– Ανορθωτής ήταν;
– Όχι. Ο ανορθωτής είναι λίγο πεσμένος αλλά είναι OK. Καλώδια ήταν.
– Το έφτιαξες;
– Ναι.
– Σίγουρα;
– Ναι.
– Σίγουρα;;;
– Ναι

Δίνω 30 € κάνω μία γύρα το τετράγωνο να πάω στο γκαράζ και το μηχανάκι, μου κάνει τα ίδια προβλήματα. Της μάνας σου! Εντωμεταξύ μέχρι να το φτιάξει ο ηλεκτρολόγος δεν είχε πρόβλημα αλλά μόλις το έφτιαξε, χάλασε. Της μάνας σου! Ρίχνω όλα τα καντήλια του κόσμου και ξανά πίσω στον ηλεκτρολόγο.

– Ρε... Δες το.
– Το βλέπω.
– Δες το μόλις ανάβω τα φώτα τρελαίνεται το κοντέρ, ανάβουν τα λαμπάκια και σβήνει. Και μετά δεν ξαναπαίρνει μπρος. Και ανάβουν τα δικά μου τα λαμπάκια.
– Α Εσύ έχεις θέμα. Δεν μας τα είπες αυτά.
– ( Τι σου είπα τα κάλαντα) Δες το σε παρακαλώ γιατί φεύγω ταξίδι και δεν θέλω να με αφήσει πουθενά σε καμία βουνοκορφή.

Έτσι είναι, αν έχεις ανάγκη έναν άνθρωπο τον μιλάς σαν να είναι αυτός ο πελάτης και εσύ, αυτός που συλλέγει τα ευρώ. Την άλλη μέρα γυρνάω, το παραλαμβάνω και μαθαίνω το πόρισμα.
 Ο κεντρικός διακόπτης του fazer από την πολυκαιρία είχε  πιάσει υγρασία, βασικά με είπε ότι ήταν μπλε από τη μούχλα και δημιούργησε βραχυκύκλωμα. Δίνω άλλα 30 €, φεύγω και ο θεός μαζί μου. Βρε ευτυχώς δεν λες που μου έβγαλε το πρόβλημα άμεσα και όχι, πουθενά στο δρόμο. Γιατί πάντα προτού να ταξιδέψω, φοβάμαι να πάω οπουδήποτε μην γίνει καμία στραβή και δεν πάω πουθενά.

Τέσσερις μέρες προτού να φύγω πάω στον Μάκη για ένα τελευταίο έλεγχο. Του λέω ότι πάω Σικελία.

– Πότε; μου λέει.
– Τώρα.

Και με κοιτάζει με απορία!

Κοιτάζει την αλυσίδα, τα φρένα όλα OK και προσπαθούμε να βάλουμε τις χούφτες που αγόρασα στο fazer για το ταξίδι. Χούφτες που φοράνε οι ντελιβεράδες για να μην πουντιαζουν στον ψόφο. Τις προσαρμόζουμε κάνω να φύγω και πως κοιτάζει ο Μάκης.

– Ώπα τι είναι αυτό!

Ο ηλεκτρολόγος όταν μου έβγαλε τον κεντρικό διακόπτη για να φτιάξει το fazer, ξέχασε να βιδώσει τα δύο πλαϊνά έμβολα που δένουν το τιμόνι με το μηχανάκι! Ο Χριστός και η Παναγία! Και εγώ δεν το πρόσεξα, και λίγο ακόμα και θα έφευγα ταξίδι έτσι. Θα με έκλαιγαν και θα ήταν μέρα Σάββατο! Πω πω μιλάμε ο Μάκης μου έσωσε τη ζωή και κέρδισε έναν πελάτη, εφόρου ζωής. Άσε που παραλίγο να έπαιρνα την ADAC  τηλέφωνο και να τους έλεγα.

– Ναι γεια σας είχα ένα πρόβλημα με το fazer.
– ( Πάλι αυτός!!!) Τι πρόβλημα;
– Μου έφυγε το τιμόνι!

Τελικά τις χούφτες έτσι πως της έβαλα τις έβγαλα, γιατί δεν μπορούσα να χρησιμοποιήσω τα Φλας. Αλλά τουλάχιστον κέρδισα το τιμόνι,,. Κάτι είναι κι αυτό!

Project καράβι.

Κοιτούσα τα δρομολόγια από Ηγουμενίτσα για Μπρίντεζι και με μεγάλη μου ανακούφιση είδα ότι έχει καθημερινά δρομολόγια, οπότε μια χαρά. Εμένα με ενδιέφερε να πάρω το νυχτερινό δρομολόγιο έτσι ώστε να φτάσω χαράματα Ιταλία και να έχω, ολόκληρη μέρα για να ταξιδέψω. Μέσα από το διαδίκτυο είδα ότι τα δρομολόγια κυμαίνονται στα 70 € εκτός από μία εταιρεία που θα μου κόστιζε 50.
 Παίρνω τηλέφωνο την Venturis ferries για να ρωτήσω για το δρομολόγιο και μου λένε, ότι ναι έχει δρομολόγια αλλά είναι χαλασμένο το καράβι. Λογικά θα είναι έτοιμο την Τρίτη το βράδυ αλλά μην κλείνεις εισιτήρια, από το ίντερνετ... Και εγώ είπα, ευτυχώς που δεν έκλεισα! Οπότε τι κάνουμε, περιμένουμε και βλέπουμε.

Project διανυκτέρευση

Κλασσικά δεν είχα ιδέα προς τα που να πάω, τι περίεργο!! Αλλά είχα δώσει υπόσχεση στην οικογένειά μου να μην ταξιδέψω επουδενί νύχτα για να μην ανησυχήσουν για εμένα. Γι' αυτό το λόγο άλλωστε η Ανθή μου απαγόρευσε να πάρω μαζί μου σκηνή και υπνόσακο έτσι ώστε, να κοιμόμαστε και οι δύο ήσυχη τα βράδια. Έστω και εξ αποστάσεως!
 Άσε που και εγώ δεν ήθελα να έχω πάλι τα ίδια, έτσι είπα να κλείσω μία διανυκτέρευση για να έχω επιτέλους και ένα ταξιδιωτικό πλάνο για πρώτη φορά στη ζωή μου. Λες επιτέλους να ωριμάζω ταξιδιωτικά, καιρός ήταν.
Σκέφτηκα να πάω αρχικά στην Αμάλφι και μετέπειτα να κατηφορίσω προς το νότο. Βρίσκω δωμάτιο με θέα την θάλασσα, ναι είμαι και ρομαντικός, με 50 € και προσπαθώ να κλείσω δύο διανυκτερεύσεις και να μην δέχεται την κάρτα μου. Της μάνας σου. Ξανά και ξανά, τίποτα. Εκείνη την ώρα στην τηλεόραση άκουγα τα πρωινάδικά και πως πιάνει το αυτί μου λένε ότι τα πλοία από την Πέμπτη έχουν εικοσιτετράωρη απεργία. Την φάγαμε! Και εγώ ταξιδεύω βάσει προγράμματος χωρίς βέβαια να έχω βγάλει εισιτήρια Τετάρτη βράδυ, στις 23:59. Χέστο το ξενοδοχείο! Βρε να θες να αγιάσεις και να μην μπορείς.

– Ανθή φεύγω αύριο Τρίτη, για να είμαι σίγουρος.
– Όχι αφού είπες Τετάρτη θα φύγεις.
– Και αν τη φάω!
– Όχι.

Project καράβι part 2

Παίρνω τηλέφωνο την Minoan.

– Ναι γειά σας, θέλω να ταξιδέψω για Ιταλία Τετάρτη βράδυ, ξημερώματα Πέμπτης και άκουσα στην τηλεόραση ότι την Πέμπτη, έχετε απεργία.
– Μα δεν υπάρχει πρόβλημα, εμείς φεύγουμε Τετάρτη 23:59 και η απεργία είναι την Πέμπτη στις 00:00.
– (Εφησιχαστικα τώρα) Αν έχει καθυστέρηση;
–  Δεν θα έχει.
–  Σίγουρα;
– Ναι δεν υπάρχει κανένα πρόβλημα.
– ( Εντάξει, στην Ελλάδα το ένα λεπτό δεν σου λέει και πολλά. Εδώ  δεν λένε πολλά οι υποσχέσεις που σου δίνουν επί χρόνια, το ένα λεπτό τι να κλάσει!) Καλά.
–  Ανθή τελικά Τετάρτη θα φύγω.
– Γιούπι!
– Και ο θεός μαζί μου.

Τι νομίζετε ότι τελειώσαμε… λάθος!

Project φωτογραφική μηχανή. Μια πονεμενη ιστορια!!!!


Θα κυλήσω λίγο τον χρόνο πίσω για να σας πω τι παίζει με την πάρτη μου! Το καλοκαίρι που μας πέρασε είχα δύο μέρες ρεπό και είπαμε με τον άγγελο μου να πάμε στην Πίνδο  με το αμάξι. Ξυπνήσαμε πρωί μπαίνω στο ίντερνετ για να κάνω ταξιδιωτικό πρόγραμμα και ξαφνικά ο υπολογιστής κάνει ένα πουφ και σβήνει!

– Ανθή μόλις τίναξα τα πέταλα του υπολογιστή.
– Λατρεία μου εσύ.

 Όσο ναναι μας χάλασε το γεγονός αλλά είχαμε ταξίδι μπροστά μας, οπότε το γράψαμε! Φεύγουμε και πάμε στο φαράγγι της Πορτιτσας. Φτάνουμε, κατεβαίνουμε κάτω με τα ποδαρια και όλο σκεφτόμαστε πως θα ξανανέβουμε πάνω στο βουνό. Μιλάμε για τρελό φυστικομα!
Φτάνουμε  κάτω και με πιάνει το φωτογραφικό μου ταμπεραμέντο.

 – Ανθή πάω στο φαράγγι να βγάλω φωτογραφίες.
– Πάνε αλλά μην βουτήξεις πουθενά με τη φωτογραφική μηχανή.
Εγώ ρε, το κομάντο!

 Πάω στο φαράγγι περπατάω περπατάω, καύλωσα! Μπαίνω μέσα στο ποτάμι εντωμεταξύ, το νερό μου έφτανε μέχρι τα γόνατά. Περπατάω ανεβαίνω κάτι κοτρόνια κατεβαίνω τα κοτρόνια, το νερό μου έφτανε μέχρι τη μέση. Περπατάω κάνω κάτι αναρριχήσεις και όλο το σκέφτομαι. Ρε είμαι πολύ κομάντο!  
Το νερό έφτανε μέχρι το λαιμό και εγώ κρατούσα τη φωτογραφική ψηλά από το κεφάλι μου, μαζί με το τσαντάκι μου που το είχα δέσει στο λαιμό και όλο περπατούσα. Σκαρφάλωνα, αλλά την κατάλαβα την δουλειά και λέω άσε κάπου τη φωτογραφική μηχανή και το τσαντάκι και συνέχισε άνετος. Τα παρατάω κατρακυλώ μέσα στα βράχια, βουτάω ολόκληρος μεσα στο  ποτάμι και λέω... Ρε είμαι πολύ κομάντο. Γυρνάω πίσω τα παίρνω και εκεί που επέστρεφα, δεν υπολόγισα καλά το βάθος και βουτάω ολόκληρος μέσα στο ποτάμι μαζί με όλα τα υπάρχοντά μου... ΟΥΠΣ! Φτάνω πίσω στην Ανθή με βλέπει μπουγέλομενο.

– Μη μου πεις!
– Να παραπάτησα λίγο.
– Είχες και τα κινητά μαζί σου.
– Ε καλά είμαι πολύ κομάντο.
Ναι του γλυκού νερού.

Το πόρισμα μία DSLR και δύο κινητά βγήκαν Off. Έλα μωρε συμβαίνουν αυτά. Τουλάχιστον έβγαλα καλές φωτογραφίες! Μας χάλασε λίγο το γεγονός αλλά το διήμερο συνεχίστηκε. Α και καλή μας ορειβασία τώρα, για να πάμε στο αυτοκίνητο! 
Καλοκαίρι ήταν οι διακοπές είχανε τελειώσει δε μας χάλασε τόσο το συμβάν. Τώρα όμως που θα έφευγα διακοπές, με έτσουξέ! Η θα έπρεπε να αγοράσω φωτογραφική μηχανή, ή θα έπρεπε να χρησιμοποιήσω μία αρχαία κόμπακτ φωτογραφική μηχανή που είχαμε ( Είχα ) αγοράσει προ δεκαετίας.

– Ανθή δες τη πήρα.
– Αγάπη μου εσύ... ΓΑΜΑΤΗ!
– Και 14 megapixels η μεγαλύτερη της αγοράς.
– Μπράβο για να τη δω. Ρε Νίκο αυτη παίρνει μπαταρίες λιθίου.
– Ουπς δεν το πρόσεξα.
– Δεν είχε με επαναφορτιζόμενη μπαταρία;
– Δεν το πρόσεξα ( Για αυτό οι πούστηδες την είχαν σε προσφορά!!! Πούστηδες!)
– Μπράβο αγόρασε και μπαταρίες τώρα!

Το πόρισμα, κάθε 50 φωτογραφίες έπρεπε να αγοράσω μπαταρίες λιθίου. Πιο πολύ σε συνέφερε να πας Νορβηγία, παρά στα Τρίκαλα με δαύτη! Πούστηδες! Αποτέλεσμα η μηχανή μπήκε στο ντουλάπι της ναφθαλίνης μέχρι που ξαναβγήκε τώρα, για να πάω εκδρομή. Αγόρασα και τέσσερα ζευγάρια μπαταριών λιθίου κόστος 20 € ελπίζοντας να με φτάσουν. Πούστηδες! Δεκα χρόνια βρίζω.

 Τελειώσαμε, λέτε να τελειώσαμε ( Ναι!) Για να σκεφτώ… πως το ξέχασα!

Project κινητό.

Αγόρασα ένα hi tech κινητό για να έχω τον Τομ όπως και bluetooth, μιλάμε είμαι πολύ χάκερ! Και πλέον ήμουν έτοιμος. Φεύγω ρε!!!

24 - 11 - 2017   ΗΜΕΡΑ 1

Έφτασε η μέρα που επιτέλους θα έφευγα, το πλοίο έφευγε αν έφευγε στις 24:00 και εγώ ξύπνησα από τις 07:00. Τώρα τι κάνουμε, και προσπάθησα να κάνω ένα τελευταίο ταξιδιωτικό πλάνο χωρίς όμως πολύ διάθεση. Γιατί ειλικρινά δεν με ένοιαζε τι θα δω και που θα πάω ούτε τι καιρό θα κάνει, τίποτα απολύτως. 
Το μόνο που με ένοιαζε ήταν ότι φεύγω τέλη Νοεμβρίου διακοπές με τη μηχανή, πάω στο εξωτερικό, ήθελα κάτι άλλο. Όχι, παρά μόνο να μην χαλάσει το fazer. Ή έστω αν χαλάσει να χαλάσει προς το τέλος των διακοπών, μπας και μετριαστεί η απογοήτευση μου. 

Πολύ άγχος για το μηχανάκι, πρώτη φορά είχα τόσο άγχος όχι για τα λεφτά που θα πηγαίνουν χαμένα αλλά για τα όνειρα, που θα κατέληγαν στον κάδο των αχρήστων. Αφού σκεφτόμουν να πάρω και κουκούλα να το σκεπάζω τα βράδια για να το προστατεύω από την υγρασία. Αλλά τελικά το άφησα γιατί θα έπρεπε να την δένω πίσω και βαριόμουνα αυτήν τη διαδικασία, βάλε βγάλε,δέσε ξεδεσε στο fazer. Γιατί ήμουν παθών! Και έβλεπα το δέσιμο σαν τον…

Αποτέλεσμα εικόνας για freddy krueger 

Κοιμησου αγάπη μου και θα περάσουμε καλά.

Η γυναίκα μου ξύπνησε με μία απίστευτη διέγερση που θα έφευγα ταξίδι ενώ εγώ, ήμουν χαλαρός. Απαθής τελειος.

 – Δεν σε νοιάζει τίποτα;
– Όχι.
– Δεν φοβάσαι;
– Όχι!

 Κάναμε μια ανακατανομή στα πράγματα, τοποθετήσαμε στην μπαγκαζιέρα καμιά δεκαριά κονσέρβες. Βάλαμε σε ειδικές αεροστεγείς συσκευασίες τυροπιτάκια και σάντουιτς. Πήρα  μία συλλεκτική κονσέρβα που το καλοκαίρι ταξίδεψε στη Γαλλία, επέστρεψε στην Ελλάδα και η μοίρα της ήταν τελικά να φαγωθεί στην Ιταλία... Ταξιδεμένη!!!!

 Ρούχα δεν πήρα πολλά ,δύο μπλούζες ένα τζιν μία φόρμα αρκετές κάλτσες και εσώρουχα. Επειδή είμαι πολύ παθών πήρα και αθλητικά παπούτσια γιατί τις μπότες μετά από πολλές ώρες περπατήματος της έβλεπα, κάπως έτσι…

 https://www.nuovamoda.gr/media/catalog/product/cache/3/thumbnail/600x800/9df78eab33525d08d6e5fb8d27136e95/8/3/83693-mpota-loustrini-psilotakouni-kokkini.jpg

Βασικά καλύτερα να είχα αυτές τις μπότες παρά τις δικές μου, γιατί σίγουρα είναι (Υποθέτω ότι είναι) πιο αδιάβροχες από τις δικές μου. Ήταν ξεσκισμένες και το δέρμα τους ήταν σαν σουρωτήρι με όλο το νερό, να καταλήγει μέσα στο παπούτσι.
 Αφού σκεφτόμουν να ανοίξω μικρές τρυπίτσες στο πέλμα της μπότας, τουλάχιστον αφού μπαίνει που μπαίνει το νερό να έχει και κάπου να βγαίνει. Γιατί το παπούτσι κατέληγε ενυδρείο. Καλή πατέντα. Λέτε να την καταχωρήσω! 
Για αυτό το λόγο προμηθεύτηκα από τα Jumbo αδιάβροχες γκέτες με πέλμα αξίας 2 € μπας και τελικά, δεν βγάλω λέπια. Η έχεις ταξιδιωτικό εξοπλισμό μαζί σου, ή δεν έχεις!

Κάναμε κάτι δουλίτσες με τη γυναίκα μου και όλως τυχαίως κατέληξα σε ένα μαγαζί με ηδη ψαρέματος (Ψάρι – Ενυδρείο – Ψάρεμα – Κολλάει) Και αγόρασα αδιάβροχα καταδυτικά γάντια μιας και τα ηδη υπάρχον μου γάντια ήταν και αυτά, ψιλό μούφα! 
Πολύ τα γούσταρα αλλά τελικά διαπίστωσα ότι ίδρωνε πολύ το χέρι μου και ανοιγοκλείνοντας το γκάζι επειδή ήταν πολύ σφιχτά, με πονούσε ο καρπός. Δεν πειράζει αλλά για λίγες ώρες είναι πραγματικά αδιαπέραστα! 

Με αυτά και με αυτά είχε πάει σχεδόν 12 και εγώ είχα ήδη νυστάξει, οπότε με το που γυρίσαμε σπίτι έριξα και ένα δυώρο ύπνο, για να είμαι ξεκούραστος μέχρι να φτάσω στην Ηγουμενίτσα. Το καράβι έφευγε τα μεσάνυχτα παρά ένα λεπτό γιατί μετά είχε απεργία ( Α ρε Ελλαδάρα, τυπικότητα με ακρίβεια λεπτού, όχι παίζουμε!) Και εγώ  ήθελα να φτάσω στο λιμάνι προτού νυχτώσει, γιατί δεν υπήρχε λόγος να οδηγώ βράδυ, αλλά και φυσικά, να μην χρειαστώ να ανοίξω τα φώτα από το fazer μπας και τελικά, δεν φτάσω στο λιμάνι. 

Ξυπνώ πίνω ένα  Κ, ετοιμάζομαι ντύνομαι, χαιρετώ την οικογένειά μου, κατεβαίνω να ξεκινήσω και βλέπω τον γείτονά (Οχι ρε γαμώτο).
Το καλοκαίρι πρωτου να φύγω Γαλλία όταν είχα πάει να πάρω το fazer από το γκαράζ είχα δει τον ιδιοκτήτη και με έπιασε κουβέντα.

 – Που πας;
– Μία βόλτα εδω τριγύρω.
– Άντε να δω εγώ πότε θα πάω με τη μηχανή βόλτα.

Σε κανέναν δεν έλεγα τίποτα γιατί φοβόμουν μην το γρουσουζέψω. Πάω μετά να φορτώσω τα πράγματα στο fazer και βλέπω τον γείτονά ( Τον ίδιο).

– Που πας Χαλκιδική;
– Ναι. ( Τι να του έλεγα ότι θα πάω Γαλλία)
– Μόνος ή θα έρθει  η Ανθή;
– Μόνος.
– Σώπα ρε!

 Δεν έλεγα τίποτα γιατί φοβόμουν μην το ματιάσω και να που τελικά,  το μάτιασα. Ίσως τα ψέματα που είπα μου μάτιαξαν τελικά το ταξίδι. 
 Επανερχόμαστε στο παρόν, παίρνω το fazer και ευτυχώς ο γκαραζιερης δεν με ρωτάει τίποτα. Πάω να φύγω από το σπίτι και βλέπω τον γείτονά ( Οχι ρε γαμώτο).

– Που πας;
– (Το σκέφτομαι σε δευτερόλεπτα)... Σικελία…
– Πότε;
– Τώρα .
– Σώπα .

 Τελικά είπα την αλήθεια και γύρισα για πρώτη φορά χωρίς να χαλάσει το fazer. Με την adac  να κάνει πάρτι! Βρε λες η adac να μερίμνησε για την απεργία στα καράβια μπας και δεν χρεοκοπήσουν!
Ξεκινάω κατά τις δύο και αφού πέρασα την Βέροια πριν την Κοζάνη άναψε για τα καλά το φωτάκι για τα λάδια. Άναβε και από πριν αλλά έλεγα άντε λίγο ακόμα, μέχρι να κουραστώ για να ξεκουραστώ κιόλας. 
Σταματάω βγάζω από την μπαγκαζιέρα... 




Τη μάχιμη κάλτσα  με το μαγικό ζωμό και επί το έργον!

Φτάνω Ηγουμενίτσα με το που νύχτωσε, αυτό θα πει τάιμινγκ. Πάω σε ένα ταξιδιωτικό πρακτορείο για εισιτήρια, 70 €. Αν όμως πληρώνα με κάρτα έχει και 1,40 προμήθεια. Οπότε και εγώ όπως καταλάβατε πληρώσα με κάρτα για να ξεκινήσω δεξιά από άποψης σπατάλης, αυτό το ταξίδι.
 Δεν είχα πολλά μετρητά μαζί μου γύρω στα 300 € και αν πλήρωνα και τα εισιτήρια, κλάψτα. Και επειδή είμαι παθών μετά το νορβηγικό σοκ, προτιμώ να έχω πάντα μετρητά μαζί μου προς πάσα ενδεχόμενο.

Πάω κανω τσεκ ΐν, μου  λένε ότι κατά τις εννέα θα έρθει το καράβι και θα αρχίσει η επιβίβαση. Οπότε τι να κάνω κι εγώ, πάω στην Ηγουμενίτσα να πιω κανέναν καφέ να περάσει και η ώρα. Φτάνω Ηγουμενίτσα, νέκρα παντού! Δεν κυκλοφορούσε ψυχή από τις έξι, κατάθλιψη! Πως είναι το καλοκαίρι, καμία σχέση! Βρίσκω μία καφετέρια που είχε κόσμο (Τέσσερα άτομα) και παραγγέλνω ένα Κ. Το μόνο που έβλεπα να κυκλοφορεί ήταν νταλίκες που περνούσαν από τον κεντρικό τους δρόμο και από κανένα σκυλί, τίποτε άλλο!  




Έφυγαν και οι άλλοι τέσσερις πελάτες και έμεινα μόνος έξω, ο καφές τελείωσε και σκέφτομαι να παραγγείλω ακόμα έναν μιας και, με περιμένει μεγάλη νύχτα. Αλλά αφού  δεν ήταν κανείς εκεί να με κοιτάζει, ξύπνησε και το ταξιδιωτικό μου ταμπεραμέντο!!
Παίρνω ένα φακελάκι καφέ το ρίχνω μέσα στο άδειο μου φλιτζάνι, και στην υγειά μου! Να ρεφάρουμε και το 1,40 της προμήθειας.

Έρχεται ο σερβιτόρος να τον πληρώσω και μου λέει όταν είναι κλειστή η αγορά όπως σήμερα που είναι Τετάρτη, έτσι είναι από κόσμο. Δεν κυκλοφορεί ψυχή, για αυτό κιόλας κλείνουν από τις εννέα. Αφού με έφαγε η βαρεμάρα παρότι έκανα 500 φίλους στο facebook, είπα να ξεκινήσω για το καράβι. Τότε όμως θυμήθηκα ότι δεν είχα αγοράσει Κ. Ωχ! Χωρίς καφέ που πας!
  
Πάω στο λιμάνι με σβηστά τα φώτα μιας και φοβόμουν να τα ανάψω, χώνομαι μπροστά από καμία εκατοσταριά νταλίκες, και φτάνω στη πύλη... Δίνω τα χαρτιά και μπαίνω μέσα.




 Περιττό να πω ότι ήμουν η μοναδική μοτοσικλέτα στο καράβι. Υπήρχαν βέβαια καμιά εικοσαριά αυτοκίνητα με όλο το υπόλοιπο καράβι, να γεμίζει από νταλίκες. Αφού ξεφορτώνουν το πλοίο μπαίνω μέσα. 
Βέβαια μέχρι να βγάλω συνεννόηση για να μου δέσουν το μηχανάκι στο πλοίο είδα και έπαθα μιας και σχεδόν κανείς δεν μιλούσε ελληνικά. Τέλος πάντων αφού με νοήματα τους έδωσα να καταλάβουν το ότι θέλω, αρχίσαμε να ψάχνουμε ιμάντες για να το ασφαλίσουμε. Δεν είχε πουθενά. Τελικά με τα χιλια ζόρια και αφού κάναμε δύο γύρες το πάρκινγκ βρήκαμε τρεις ιμάντες και το μηχανάκι, ήταν έτοιμο πλέον για να σαλπάρει.




Όταν ταξιδεύεις με καράβι το καλοκαίρι στο νου σου έρχεται να είναι γεμάτο από τουρίστες και φυσικά τουρίστριες. Ξανθιές μελαχρινές κοκκινομάλλες με σορτσάκια μικροσκοπικά μπλουζάκια ίσως και μαγιό. Σε αυτό το καράβι όμως το 90% ήταν γεμάτο από νταλικέρηδες και το υπόλοιπο 10%  από τούρκους. Ενώ από γυναίκες ήταν όλες μελαμψές τσιγγάνικης καταγωγής θα της έλεγα, και με ένα κάπως, ιδιαίτερο άρωμα... Α... Είχε και ένα τουρίστα. 

Για να καταλάβετε την ποιότητα των επιβατών θα σας αναφέρω ένα χαρακτηριστικό περιστατικό. Είχα πιάσει κλασικά θέση δίπλα στις μπρίζες του καραβιού μιας και είμαι παθών αφού στο παρελθόν, κάθε τρεις ωρες το κινητό που είχα ήθελε φόρτισμα. Πλέον όμως είχα κινητάρα ( Που βγάζει όμως άθλιες φωτογραφίες) Και στην πρίζα εκατσα από συνήθεια. 
Αν ποτέ συνυπεση να ταξιδέψουμε μαζί με κάποιον από εσάς που διαβάζετε το ταξιδιωτικό να ξέρετε ότι αν με δείτε, δίπλα στις μπρίζες θα με βρείτε! Καθόμουν εκεί στις μπρίζες και έρχεται ενας τύπος και με ρωτάει αν μπορεί να κάτσει δίπλα για να φορτίσει το κινητό. Τον καημένο και άλλος παθών! Φορτίζει το κινητό του, όμως κουράστηκε από όλοι την διαδικασια και τι εκανε! Πήρε ένα καθαρό άσπρο σεντόνι από αυτά που χρησιμοποιεί το καράβι για τις καμπίνες, και την έπεσε! Ωραίος! Μιλάμε πρώτος μάγκας! 
Βέβαια τον πήραν χαμπάρι και τον σήκωσαν άρον άρον, μόλις πήγαινε να τον πάρει ο ύπνος… Ασπλαχνη τελείως! Και αυτός με το δίκιο του, τους έριχνε μπινελίκια. Ε ναι !

Μετά το σόου με πήρε ο ύπνος κανένα τέταρτο. Ξυπνάω πίνω Κ και παρατηρώ τον μπάρμαν του καραβιού. Μιλάμε ήταν τόσο αγενέστατος που και πελάτης να ήταν, θα έτρωγε σουτ. 

Αφού ήπια τον καφέ έγινε αυτό που φοβόμουν παραπάνω και απ' όλα σε αυτό το ταξίδι. Έπρεπε να πάω στην τουαλέτα και δεν ήξερα τι θα βρω. Εντωμεταξύ εκείνη την ώρα που πήγα προς την ανακάλυψη του πιο καθαρού θησαυρού να το πω, ο ρεσεψιονίστ του καραβιού, είχε σφουγγαρίσει το λόμπι. Περνάω και εγώ και αρχινάει να ρίχνει κάτι καντήλια στα ιταλικά. Τι να λέμε τώρα! Επειδή του χάλασα το παρκέ. 
Τελοσπάντων είχε μόνο δυο τουαλέτες για όλο τον όροφο του καραβιού, άψογα!  Μπαίνω μέσα και κατευθείαν βγαίνω έξω! Πάω στον πάνω όροφο, μπαίνω μέσα από τις αεροπορικές θέσεις του καραβιού που ήταν ρεζερβέ από Τούρκους και μύριζε χειρότερα από θάλαμο αερίων, από την ποδαρίλα!!! Αφού στην επιστροφή μου από το κυνήγι, κράτησα την αναπνοή μου μπας και προλάβω, να αντικρίσω στεριά!

 Βγαίνω έξω και προσπαθώ επιτέλους να κατασταλάξω προς τα ποια κατεύθυνση θα πορευτώ, σε αυτό το ταξίδι. Θα έφτανα λιμάνι και δεν θα ήξερα ποιες πινακίδες να ακολουθήσω, τι να λέμε τώρα! Ήθελα να πάω Αμάλφι αλλά φοβόμουν μην χαλάσει το μηχανάκι και δεν πάω στην Σικελία. Ήθελα να πάω Σικελία και ανησυχούσα μην δεν φτάσω από το fazer, στην Αμάλφι. Μπέρδεμα!!!!! Σε μένα ρε!!!!





Ευκολάκι.

Αυτό που πάρθηκε η μεγάλη απόφαση άρχισε σιγά-σιγά να διαγράφεται και η ανατολή του ήλιου, βαθιά μέσα στον ορίζοντα. 




Μαγεία.



 Βάζω μπαταρίες στην φωτογραφική μηχανή για να τραβήξω τις παραπάνω εικόνες, βγάζω καμιά δεκαριά και η μηχανή, αυτομάτως κλείνει! Της μάνας σου! Την ανοίγω ξανακλείνει. Ξανά και ξανά το ίδιο. Τι αυτό ήτανε, τελείωσαν οι μπαταρίες! Αν είναι κάθε δεκα φωτογραφίες να βάζω μπαταρίες, καλύτερα να γυρίσω πίσω.

 Ευτυχώς ξεκόλλησε η φωτογραφική μηχανή και εγώ έριξα τον ύπνο του δικαίου. Ξυπνο πίνω καφέ. 




 Βγάζω φωτογραφία και έρχεται σε μία ψηλό εκστασιασμένοι κατάσταση ένας τύπος και να με λέει στα ιταλικά, να πάω μαζί του. Τι έκανα πάλι! Μήπως επειδή κάπνισα και άφησα το τσιγάρο μου κάπως ανέμελα, να πέσει  στο πεντακάθαρο καράβι... Αγχώθηκα! Στα ιταλικά αυτός με φωνάζει, πάω και εγώ. Και μου δείχνει κάτω στις σκάλες

– Δες μου λέει.
– Τι είναι αυτό; 



– Δες!
– Τι είναι φίλο ( δεν κατάλαβα τι είναι.)
– Όχι δεν είναι φίλο ( Σάλταρε, καλά γιατί;) Είναι έντομο.
– Είναι νεκρό;
— Όχι! ( Τρελάθηκε! Καλά γιατί;)
- Ζωντανό είναι δες το!
– Α.

Εντάξει ρε παιδιά μόλις ξύπνησα, μήπως να πιω κι άλλο καφέ.

 Φτάνουμε στο Μπρίντιζι



Όπως το έβλεπα από το καράβι μου φαινόταν, ως μία κακάσχημη βιομηχανική πόλη. 


  

Βγάζουν ανακοίνωση να κατέβουμε να πάρουμε τα οχήματά μας και πάνω στην αναμονή, πετυχαίνω τρεις Έλληνες φορτηγατζήδες... Εδώ είμαστε! 

- Γεια σας βρε πατριώτες, να σας ρωτήσω, για να πάω στην Αμάλφι ποιος είναι ο πιο όμορφος δρόμος;

– Πάνε Μπάρι και από εκεί από την εθνική για Νάπολη

– Δεν θέλω εθνική θέλω να δω όμορφα τοπία. Σκέφτομαι να πάω παραλιακά μέχρι το Τάραντο να δω θάλασσα και από εκεί, να κόψω μέσα.

– Δεν βλέπεις θάλασσα είναι μάπα! Και αν πας μέσα από τα χωριά θα έχει πολύ κίνηση και θα μπλέξει

– ( Μόλις άκουσα για κίνηση, σφίχτηκα γιατί είμαι παθών και το fazer, δεν τα πάει καλά με την κίνηση.) Α…

-Άσε που στο Τάραντο είναι χαλασμένη η γέφυρα και θα σε στείλουν μέσα από τα βουνά, θα μπλέξεις! Αν πας από τα βουνά θα έχεις πολλές νταλίκες και όχι μόνο, αλλά έχει φανάρια που σταματάνε την κίνηση γιατί κάνουν έργα, θα μπλέξεις!

- Α

– Τι να πας να κάνεις στα ζώα, φύγε για Τοσκάνη.

– Φοβάμαι τον καιρό. Εγώ σκεφτόμουν από Αμάλφι να κατέβω Σικελία.

– Φύγε κατευθείαν Σικελία, εκεί να πας.


 Οπότε άκυρο το κέρμα... Τζάμπα το Χόλιγουντ!!!!


 – Δεν θα σταματάς πουθενά. Αν σε κάνουν μπλόκο εκτός πόλης μόνο εάν είναι δύο αστυνομικοί θα σταματήσεις. Αν είναι ένας, κανε του κωλοδάχτυλο και φύγε!

– Έχουμε και τέτοια;

– Τις προάλλες σε δύο Γερμανούς μοτοσικλετιστές τους έβγαλαν όπλο και τους πήραν τις μηχανές, και τα σώβρακα.

– Μάλιστα ( Μας έφτιαξες τώρα)

– Και αν  σου την πέσουν, μην αντισταθείς.

– Μάλιστα ( Aντε και καλό μου ταξίδι).


Βρίσκω σχετικά εύκολα το fazer στο πάρκινγκ του πλοίου μιας και ήταν, το μοναδικό μηχανάκι. Ευτυχώς! Και πατάω επιτέλους ιταλική στεριά.



Ακολουθώ τα φορτηγά για να βγω από το λιμάνι και ελπίζω να μην μπλέξω μέσα στην πόλη. Ευτυχώς βγήκα κατευθείαν εθνική και με την βοήθεια του Τομ οδηγούσα ανακουφισμένος που δεν έμπλεξα σε καμιά περίεργη κατάσταση στον να βρω, την δευτερεύουσα εθνική. Γιατί όπως ξέρετε είμαι παθών!
Καλά μιλάμε ότι ο Τομ έδινε ρέστα. Δεν μπορούσα να το πιστέψω το πόσο γρήγορα έβγαζε σήμα και γενικά, έκανε τα πάντα όλα. Τελικά τόσο καιρό δεν έφταιγε ο Τομ αλλά το  κινητό που είχα δεν μπορούσε καλά, να τον υποστηρίξει. Άρα ευτυχώς που το έριξα στο ποτάμι και ησύχασα. 

Εδώ να πω ότι λόγω του χειμώνα ή ωφέλιμες ώρες οδήγησης ήταν περιορισμένες και αναγκάστηκα, για να εξοικονομήσω χρόνο οι φωτογραφίες του δρόμου είναι απειροελάχιστες και φυσικά, λόγω της φωτογραφικής, άθλιες. Εδώ χαλάστηκα απίστευτα για το μικρό μου ατύχημα, αλλά και τι να κάνεις!
Προτού να σας πω για τη μικρή μου ιταλική περιπέτεια οφείλω να σας πω βέβαια, αφού διαβάσετε ( Αν διαβάσατε ) πεντε  χιλιάδες λέξεις ότι φωτογραφίες από το δρόμο δεν έβγαλα σχεδόν καμία. Έκπληξη!!!!! Από τη μία ευτυχώς γιατί βγήκαν μάπα, και ο λόγος... Επειδή ταξίδευα χειμώνα η νύχτα έπεφτε στις τέσσερις, οπότε αν σταματούσα να βγάζω φωτογραφίες σε συνδυασμό, με της αστροφυσικές μου ταχύτητες μόνο... το Μπρίντιζι θα προλάβαινα να δω! Από την άλλη κρίμα γιατί δεν έχω φωτογραφίες.
Α ... Είστε κι εσείς κάπου στη μέση, το ξέχασα αυτό!!! Tι να πω παρά μόνο, διαβάστε κανένα άλλο ταξιδιωτικό με τη νότια Ιταλία.
Συνεχίζουμε ακάθεκτοι την ανάγνωση ή μάλλον, την συγγραφή, γιατί πλέον κάνεις μάλλον δεν το διαβάζει. 

Τα τοπία ήταν από όσο θυμάμαι στην αρχή, αδιάφορα αλλά εμένα η προσοχή μου εστιαζόταν κάπου αλλού. Μα φυσικά στο κατά πόσο τα διερχόμενα οχήματα, είχαν τα φώτα ανοιχτά στο δρόμο. Και δυστυχώς τα είχαν όλοι! Οπότε και στο φέιζερ έπρεπε να ανάψω τα φώτα με το φόβο μην με αφήσει. Τι να λέμε τώρα! Καταλαβαίνετε τώρα τι άγχη είχα στο ταξίδι. Άναψα τη μικρή σκάλα και ο θεός μαζί μου, ελπίζοντας ότι όσο κατηφόριζα προς το νότο τα πράγματα θα ήταν πιο χύμα. Και ευτυχώς είχα δίκιο! 
Ο καιρός ήταν ζεστός, αφού οδηγούσα με ανοιχτό κράνος και τύχαινε χωρίς γάντια. Υπόδειγμα μηχανόβιου! Αλλά δεν μερίμνησα τέλη Νοεμβρίου, να έπαιρνα και τα καλοκαιρινά γάντια. Την άλλη φορά!
 Στόχος ήταν να φτάσω στο Villa San Giovanni για να πάρω το καράβι για Σικελία. Είχα γύρω στα 430 km να διανύσω και αφού ήταν ακόμα εννέα το πρωί, φαινόταν εφικτό. Αλλά αν βάλεις τις στάσεις λόγω της κούρασης από το καράβι.

 

Με τα πεντανόστιμα τυροπιτάκια της γυναίκας μου. Που φυσικά...

Δεν προτιμούσα μόνο εγώ....Φαινόταν και ανέφικτο. Για να δούμε.

 Στο πρώτο βενζινάδικο που έβαλα βενζίνη, φουλάρω πάω να πληρώσω. Την λέω στα αγγλικά.

 – Αντλία five.
– ive
– Βενζίνη.
– Εδώ είναι η Ιταλία... βενζίνα.

Mε έκραζε!!!!!

Η διαδρομή δεν ήταν και κάτι το ιδιαίτερο, έβλεπα ναι μεν θάλασσα αλλά αν είσαι από την Ελλάδα, δεν τρελαίνεσαι κιόλας από το περίγυρο τοπίο.

 

 Φτάνω σε ένα Πύργο.

 


Και ανεβαίνω σε ένα δρόμο να τον βγάλω από ψηλά. 

 

Σταματάω στην θέα για να βγάλω το fazer και ήταν, μέσα στο σκουπίδι. Τελικά Ελλάδα με Ιταλία δεν διαφέρουν και τόσο πολύ.

Μετά από λίγα χιλιόμετρα άφησα την παραλιακή διαδρομή και έστριψα προς Κόσεντσα. Οι ρόδες κυλούσαν με εμένα σιγά-σιγά να οδηγώ με το στόμα ανοιχτό μην πιστεύοντας, το τοπίο που αντικρίζω. Τούνελ τούνελ τούνελ και πάλι τούνελ. Γκρεμός, γέφυρες και πάλι τούνελ. Δεκάδες τούνελ! 

 



Ήταν μακράν η πιο ωραία διαδρομή που έκανα στην Ιταλία, στα ταξίδια που προηγήθηκαν. Εκτός βέβαια από τα πασα. Χάζεψα! Χάζεψα μεν, τα έφτυσα δε! Χλωμό να έφτανα στην βίλα σαν Τζιοβάνι...

Μεσημέριασε και η νύχτα πλησίαζε με εμένα, να έπρεπε να βρω κάπου να κοιμηθώ γιατί στο σκοτάδι, δεν ήθελα να οδηγώ. Αφενός γιατί το υποσχέθηκα στην οικογένειά μου, αφετέρου γιατί φοβόμουν μην πέσω σε καμία παγωνιά στο δρόμο. Αλλά φυσικά γιατί θα έπρεπε να ανάψω τα φώτα από το μηχανάκι. Δεν είχα την παραμικρή ιδέα το που, χιλιομετρικά βρισκόμουν. Ο Τομ έτρωγε πολύ μπαταρία από το κινητό. Εγώ ούτε που τολμούσα να βάλω το κινητό να φορτίσει επάνω στο μηχανάκι, μην έχω άλλα. Οπότε γενικώς δεν ήξερα την τύφλα μου. Σταματάω σε ένα βενζινάδικο να ρωτήσω και βλέπω ένα αμάξι με Ιταλούς ( Πρωτότυπο)

 – English;
– Νο.

Ρωτάω τον βενζινά.

– Νο.
– Κανένας μήπως στη γειτονιά;
– Νο.

Τελειότητα! Τους βγάζω τον χάρτη και μετά χιλια ζόρια να προσπαθώ να τους ρωτήσω ( Και να τους εξηγήσω) το πόσα χιλιόμετρα με χωρίζουν από το λιμάνι.
– 170.
Όχι ρε φίλε ακόμα τόσα χιλιόμετρα έχω. Μετά τόλμησα να ρωτήσω το που περίπου είμαι. Μου λένε.
Όχι ρε μάγκα ακόμα εδώ είμαι. Καλά με 30 πάω!

Και τότε μου έρχεται. Προτού να ξεκινήσω το ταξίδι είχα δει στο ίντερνετ τις δεκα πιο αξιόλογες μικρές πόλεις, της νότιας Ιταλίας. Τις σημείωσα στον χάρτη με την ελπίδα ότι κάποιες από όλες, ίσως να επισκεφτώ. Βλέπω τον χάρτη την σταμπαρισμένη Τρόπεα.  Εντωμεταξύ νόμιζα ότι την είχα προσπεράσει και θα έπρεπε να γυρίσω πίσω. Ρωτάω τους Ιταλούς

– Όχι στα 20 km μπροστά είναι.
— ( Καλά ρε με πόσο πάω!) Ναι! (Δεν μπορούσα ούτε εγώ να το πιστέψω).
— Θα πας προς Rizzo
- ΟΚ.

Ξεκινώ φτάνω στο  Rizzo, μάπα. Βρίσκω πινακίδες για Τρόπαια και τις ακολουθώ. Μετά όμως σε μία διχάλα βρίσκω δύο πινακίδες για Τρόπαια. Τώρα πια να ακολουθήσω την πάνω ή την κάτω. Εντωμεταξύ η μία από τις δύο ήταν σημειωμένοι στο χάρτη ως εξαιρετικού κάλλους, αλλά δεν ήξερα πια! Τελικά διάλεξα την πάνω και ήταν μάπα!
Ο δρόμος ήταν στενός με πολλές στροφές και η ταχύτητα μου είχε πέσει, σε απελπιστικά επίπεδα. Τα 30 km που είχα παρεκκλίνει  από το κεντρικό, με αυτόν τον δρόμο και αυτές τις ταχύτητες, μου φαντάζε για αύριο που θα έπρεπε να ξαναγυρίσω πίσω ως... Nordkapp!!!! Δεν πειράζει μπορεί να ήταν ωραία.
Σε κάποια φάση στο δρόμο βλέπω μία παραλία πού στη μεση της απλωνόταν δύο τεράστιοι βράχοι με τον έναν, να έχει τρύπα στη μέση. Απίστευτη παραλία! Μετά όμως οδηγώντας την έχασα και δεν μπορούσα να προσανατολιστώ που ακριβώς ήταν για να την δω και από κοντά. Αρχίσαμε πάλι να χάνουμε τοπία!!!!!
Το μοναστήρι στους Καλαρρύτες το είχα χάσει. Το Nordkapp το είχα χάσει. Το μικρό νησάκι στον  Πόρο, το Δασκαλιο   το είχα χάσει. Και μία παραλία σιγά! 

Την παραλία δεν την βρήκα αλλά βρήκα την Τρόπαια, κάτι είναι και αυτό. Μπαίνω στην πόλη ήταν απόγευμα, κάνω κάποια μέτρα και πέφτω πάνω σε ένα ξενοδοχείο. Άψογα! Ρωτάω, 35 € με πρωινό, άψογα! Τώρα όμως έπρεπε να βρω κάπου να ασφαλίσω το μηχανάκι.

– Συγνώμη, Μπορώ να το κλειδώσω εκεί στην καγκελόπορτα για να είναι ασφαλής;
– Ναι αλλά μετά τις οχτώ, γιατί έχω να βγάλω κάτι πράγματα έξω.
– Θενκιου!

 

Δε σας είπα το άλλο, πως θα μου διέφευγε! Ρολόι χειρός δεν είχα, είχα όμως δύο κινητά που όμως έλεγαν και τα δύο διαφορετική ώρα και εγώ, δεν ήξερα τι ώρα είναι! Τελοσπάντων μπαίνω στο δωμάτιο τακτοποιώ τα πραγματα βάζω να φορτίσω το κινητό και παίρνω τηλέφωνο τη γυναίκα μου.

– Έφτασα σε ξενοδοχείο.
– Μπράβο!
– Βρε Ανθή να σε ρωτήσω κάτι;
– Τι;
– Στην Ελλάδα τι ώρα είναι;
– ( Καλά είναι εντάξει!) 17.00 ( Τζαμπα ανησυχώ!)
– Άρα εδώ είναι;
– Τέσσερις! (Καμάρι μου!)
– Α...

Ε Άμα έχεις δύο κινητά με δύο διαφορετικές ώρες... Συμβαίνουν αυτά!

Μπαίνω βγαίνω από το δωμάτιο κουβαλώντας πράγματα και μιας και ήταν ισόγειο,, όλο και ρωτούσα κάτι τη ρεσεψιόν....
Στο κέντρο πως θα πάω; Το Wifi ποιο είναι; Έμπαινα έβγαινα και όλο ρωτούσα. Καπνίζω στο δωμάτιο; Τι ώρα είναι το πρωινό; Την τρέλαινα!!!!!  Στο κέντρο πώς θα πάω; (Ξαναρώτησα για να είναι σίγουρος)... Χαρτη έχετε με την τρόπεα;

- Φεύγω τώρα, και θα έρθω πιο μετά και να κλειδώσω το μηχανάκι.
– Στο ΚΑΛΟ!!!!!!!
– Μιας και το θυμήθηκα, για να έρθω είδα μια παραλία με δύο βράχους στην θάλασσα. Που είναι αυτή;
— Έναν βράχο και είναι το σύμβολο της Τροπεα.
– Ναι αλλά είδα δύο.
– Έναν.
— Δύο.
– Έναν!
– Μπορεί να μπερδεύτηκα ( Μπερδεύτηκα ξεμπερδεύτηκα, δεν με έπαιρνε άλλο.)


Πάω να κανω βόλτα στην πόλη, μαύρη ερημιά από τις εφτά…  Η από τις έξι ...Η κάπου εκεί τελοσπάντων! 

 


Είχα μια ελπίδα μπας και θα ήταν στολισμένα για τα Χριστούγεννα, ναι καλά εδώ δεν είχε ψυχή, ο Άη Βασίλης τους μάρανε! Σαν μέρος δεν έλεγε και πολλά άλλα φτάνοντας σε ένα άνοιγμα στο τέλος του δρόμου, αντικρίζω από ψηλά την παραλία με ένα μεσαιωνικό κάστρο πάνω σε ένα βράχο... χάζεψα!!!!! Εκεί πρέπει να πάω.

Κάνω βόλτα βγάζω φωτογραφίες, όλες ήταν κουνημένες, σάλταρα! Μία άνοιγε μία εκλεινε  η φωτογραφική, ήμουν έτοιμος να γυρίσω προς τα πίσω για να την πετάξω από το γκρεμό! Σκέφτηκα να αγοράσω φωτογραφική αλλά λέω, τρελό έξοδο. Φτάνω σε ένα φωτογραφείο και ρωτώ αν έχουν τρίποδο. Μπα! Και όλο περπατούσα για να μου φύγει η ξινίλα!

Ο δρόμος με οδήγησε σε ένα παλιό κτίριο σαν εκκλησία που είχε φως μέσα. Ανοίγω την πόρτα.


 – Χελόου English .

– Yes!

- (Θαύμα!) Από που μπορώ να πάω για να δω το κάστρο από πιο κοντά.

– Κάστρο; Την εκκλησία εννοείς.

– Εκκλησία είναι;... Λεπτομέρειες!

– Όπως σε πάει ο δρόμος θα βρεθείς σε ένα πάρκο με ένα κανόνι από εκεί, έχεις πανοραμική θέα προς την εκκλησία αλλά και την μεσαιωνική πόλη.

— ( Α έχει και μεσαιωνική πόλη... Tι μαθαίνει κανείς!) Thank you.


Φτάνω στο πάρκο ήταν όντως πανέμορφα και είχε μαζεμένους όλους τους κάγκουρες της περιοχής με τα κορίτσια τους. Ωραία πράγματα. Αυτοί μοίραζαν τις κακουργίες τους και τον έρωτά τους και εγώ, προσπαθούσα να βγάλω αξιοπρεπείς φωτογραφίες! Χαζεύοντας την ειδυλλιακή θέα.


 Η μεσαιωνική πόλη ...

 


Και το κάστρο που τελικά ήταν εκκλησία...




Η Θεα...

 


Και η χέστρα...



ΠΑΜΕ ΝΑ ΦΥΓΟΥΜΕ ... ΓΙΑΤΊ ΓΙΑ ΦΩΤΟΓΡΑΦΊΕΣ ΔΕΝ ΕΊΜΑΣΤΕ...


Η ώρα είχε περάσει εφτά, οι κάγκουρες εξαφανίστηκαν τα μαγαζιά έκλεισαν οι δρόμοι νέκρωσαν, και είπα να πάρω σιγά-σιγά τον δρόμο της επιστροφής. Περιττό να πω ότι είχε κάτι ταβερνάκια με κάποιες καφετέριες που είχαν λίγο κόσμο αλλά μόνο, μέσα στο μαγαζί. Και εγώ επειδή είμαι μανιώδης καπνιστής, χωρίς τσιγάρο απόλαυση δεν έχω.

Οπότε και για αυτόν το λόγο σε όλο μου το ταξίδι δεν έκατσα ούτε σε μία καφετέρια και δεν έφαγα, ούτε μία φορά έξω. Ασε που γούσταρα. Άσε που ήταν ένα προσωπικό στοίχημα με τον εαυτό μου το αν θα κατάφερω να περάσω διακοπές, με μονο δικές μου προμήθειες, κάτι που ποτέ δεν το είχα κάνει στη ζωή μου. 
Σε  κάθε διακοπές θέλω να δοκιμάζω κάτι διαφορετικό στο αν μπορώ να το πετύχω. Γιατί αν κάνεις συνέχεια τα ίδια και τα ίδια θεωρώ ότι στο τέλος, κάπου χάνεται και όλη η ουσία. Αλλά και για έναν πρακτικό λόγο..  Έτρωγα στα ξενοδοχεία της κονσερβουλες  μου για να μην τελειώνουν τόσο νωρίς , οι ωφέλιμες ώρες των διακοπών μου. Αφού κατέληγα που κατέληγα με τις κότες στα καταλύματα μου αν δεν έτρωγα και σε αυτά, το μόνο που θα μου έμενε θα ήταν να κοιμηθώ. Μιας και ήμουν μόνος...

Γυρνώ στο ξενοδοχείο με εμφανής την ικανοποίηση, μιας και το βρήκα! Γιατί έχουμε και αυτό, αν χαθώ... Το ξενοδοχείο πως θα το βρω!

Κάνω καφέ να περάσει η ώρα για να δεσω το Φέιζερ, και  περιμένω. Η ώρα φτάνει αλλά παρατηρώ ότι έχω ένα απρόβλεπτο πρόβλημα…


 Πως να το περιγράψω….


 Το πεζούλι που θα έπρεπε να ανεβάσω το μηχανάκι ήταν ψηλό, 25 με 30 πόντους. Το πεζούλι ήταν στενό και δεν χωρούσε το Φειζερ να ανέβει ολόκληρο επάνω και μετά να το να στρίψω, για να το παρκάρω. Από τη μία πλευρά το πεζούλι έκανε κουρμπα μιας και ήταν πάνω σε διασταύρωση οπότε και από εκεί, δεν μπορούσα να το ανεβάσω γιατί γλιστρούσε η ρόδα.
 Αν συνέχιζα πιο πέρα μετά την κουρμπά  του πεζοδρομίου μπορούσα να ανεβάσω το Φέιζερ αλλά δεν μπορούσα να το στρίψω, πάνω στο πεζοδρόμιο για να το βάλω μπροστά στο ξενοδοχείο. Από την άλλη πλευρά είχε κολώνα και δεν χωρούσε να περάσει. Και από τη μοναδική πλευρά που μπορούσα να το ανεβάσω που το πεζούλι ήταν σαν σκαμμένο, είχε παρκάρει ένα αυτοκίνητο και μου είχε κλείσει την δίοδο. Μιλάμε τρελάθηκα! 
Δεκα λεπτά να παιδεύομαι, να το πηγαίνω από εδώ να μην χωράει, να το πηγαίνω από κει να γλιστρά. Να το ανεβάζω από πιο μακριά,να μην χωράει να το στρίβω για να το πάω στο ξενοδοχείο. Από την άλλη πλευρά να το φτάνω στην κολώνα και να μην χωράει. Στο φέιζερ να ανάβει το βεντιλατέρ και σε εμένα τα λαμπάκια. Μιλάμε και τι δεν έριχνα!

Μου γυρνάει το μυαλό και τραβάω το τραπεζάκι και τις καρέκλες που ήταν μπροστά στην είσοδο του ξενοδοχείο ποιο εκεί, για να έχω έστω και λίγα περισσότερα εκατοστά περιθώριο. Πέφτει ο καφές τα κάνει όλα μαντάρα. Βγαίνει ρεσεψιονίστ κοιτώντας με απορία. Μέχρι που τα κατάφερα!!!!! Ήρωας!!!! ΕΛΝΤΟΥΡΑΣ!!!!!! Της κοπέλας της γύρισαν τα μάτια ανάποδα, Αλλά εγώ πάρκαρα!


Συμμαζεύω τα ασυμμάζευτα και με το που μπαίνω μέσα στο λόμπι την λέω.

ΝΑ ΣΕ ΡΩΤΉΣΩ ΚΑΤΙ...

Πάω στο δωμάτιο αράζω. Τρώω  τα τυροπιτάκια της γυναίκας μου και συνομιλώ μαζί της με το Skype... Μετέπειτα βγαίνω έξω από την πίσω πλευρά του ξενοδοχείου που είχε κήπο και απόλαυσα, την ηρεμία του σκηνικού καπνίζοντας κάποιά τσιγάρα. Μέχρι που πέρασε η ώρα και πήγα για ύπνο… Και  καλό σας βράδυ.

Το βράδυ μου τελείωσε με τον ύπνο αλλά διακόπηκε, ακούγοντας τη βροχή που έπεφτε έξω από το παράθυρο μου. Καλή φάση! Και έριχνε Καρέκλες!!!







25 - 11 -2017 ΗΜΕΡΑ 3



Ξυπνάω το πρωί λίγο πριν τις οχτώ πάνω στην ώρα για το πρωινό. Βγαίνω έξω στον κήπο μόλις είχε κόψει η βροχή και όλα ήταν μούσκεμα. Το πρωινό σερβιριζόταν από ένα μπουφέ και μπορούσες να τα απολαύσεις στα τραπέζια είτε κάτω, από ένα υπόστεγο είτε σε αυτά που ήταν εκτεθειμένα κάτω από τον απειλητικό ουρανό.

 

Σήμερα η ρεσεψιονιστ   ήταν άλλη, για την είναι χθεσινή δεν ξέρω, μπορεί και να παραιτήθηκε! Αφού μου δίνει το OK να κάτσω κάτω από το υπόστεγο παρότι θα κάπνιζα σαν μαύρος, ξεκίνησα το πρωινό μου με την με τη άλλο, από ένα καπουτσίνο μηχανής και άλλα καλούδια.


Εκμεταλλευόμενος το ότι ήμουν μόνος στον κήπο, κάθε μισό τσιγάρο έβαζα και ένα καφέ. Κάθε κρουασάν έβαζα και ένα καπουτσίνο, μιλάμε, μπορεί να ήπια καμιά εφτά καφέδες... Ημουν πραγματικά, στον παράδεισο επί της γης.

 Σκάει μύτη και η κοπέλα από το ξενοδοχείο και με πιάνει την πάρλα, δεν ξεκολλούσε! Βρε καλά είμαι στον παράδεισο, μη με κολάζεις. Μιλούσε, μιλούσε και όλο μου έλεγε. Πολυ μιλάω ε...! Και όλο χαμογελούσε, με ναζί.

Εντωμεταξύ καθόταν πάνω από το κεφάλι μου σαν μπάστακας, εγώ να την λέω αν θέλει να κάτσει, όχι εντάξει. Πάλι καλά! Αυτή καθόταν σαν τσολιάς από πάνω μου και εγώ να σπάζομαι γιατί δεν μπορούσα να πιω κι άλλο καφέ. Άσε που με κουράζει απίστευτα η άγγλο ιταλική προφορά της. Εντάξει παντρεμένοι άνθρωποι είμαστε! Ευτυχώς που και που έφευγε και εγώ σαν κλέφτης, έβαζα καφέ. Τι να λέμε τώρα! Τώρα τι μου έλεγε. Δεν σας λέω γιατί το διαβάζει και η γυναίκα μου!!!! Θα γράψω ρε!

Να ότι τώρα είναι νεκρή περιόδος για το ξενοδοχείο, δεν έχει καθόλου κόσμο. Η καλύτερη εποχή για να επισκεφτώ την Τρόπαια θα ήταν καλοκαίρι όπου πραγματικά, σφύζει από ζωή . Κοιτούσε που ψιλό έβρεχε και μου έλεγε το πως πήρα την απόφαση να ταξιδέψω αυτήν την εποχή με μηχανή, και μόνος μου. Μακάρι να σε κάνει καλό καιρό. Που θα πας; Τέτοια χαζά. Πολυ μιλάω ε... 

Αφού τελείωσε η συνέντευξη, άρχισε να βρέχει για τα καλά και εγώ όλο κωλυσιεργούσα στο να φύγω, για να δω τι θα γίνει τελικά με τον καιρό. Μέχρι που βαρέθηκα και είπα, ότι βρέξει ας κατεβάσει.


Ετοιμάζω τα πράγματα πάω στην κοπέλα για να την πληρώσω, με την εκδίκηση μου να πλησιάζει. Μιας και είχε φτάσει η ώρα...ΝΑ ΡΩΤΗΣΩ ΕΓΩ!!! 
Αφού ενημερώθηκα το πώς θα κατέβω στην παραλία για να την απολαύσω από κοντά, και προς μεγάλη μου έκπληξη έμαθα ότι μπορώ να συνεχίσω προς την Σικελία όχι πηγαίνοντας προς τα πίσω, αλλά συνεχίζοντας προς τα εμπρός... Τη χαιρέτησα μια για πάντα.


Φορώντας αδιάβροχα παρότι η βροχή είχε ψιλο σταματήσει ,φτάνω στην παραλία.


 


 Πραγματικά σε ένα πανέμορφο μέρος.





Αλλά αρχίζοντας πάλι το ψιλόβροχο, δεν μπόρεσα να την απολαύσω όσο ήθελα.


 


 



 Κρύφτηκα κάτω από ένα σαν κιόσκι, χτύπησε ακόμα έναν καφέ. Έκανα βεβιασμένα ένα τσιγάρο μιας και έβρεχε, μέχρι που έφυγα... Προς άλλους άγνωστους προορισμούς. Στόχος μου ήταν να πάω όσο μπορώ παραλιακά για να απολαύσω οσο περισσότερο μπορώ το τοπίο, αλλά η διαδρομή δυστυχώς δεν ήτανε στις προσδοκίες μου.

Αφού αναρωτιόμουν και έβριζα πως είναι δυνατόν να κάνω πάντα,  τις χειρότερες διαδρομές στην Ιταλία. Σημάδι της είχα!

 


 


 Αφού αγανάκτησα και άλλαξα τις ρυθμίσεις στον Τόμ για να με πάει όσο το δυνατόν πιο γρήγορα στο λιμάνι για Σικελία. Έ ναι φτάνει τόσο! Βγαίνω στην εθνική... Ωχ Παραλίγο να το ξεχνούσα...


Μέχρι τώρα στην εθνική οδό που χρησιμοποιούσα και γενικά σε όλο μου το ταξίδι όταν έβγαινα στην κεντρική αρτηρία είχε πινακίδες που έγραφε, ότι δεν έχει διόδια αλλά Autocontrol. Τι είναι αυτό, ακόμα και τώρα δεν κατάλαβα! Είχε και πινακίδες που έγραφαν κάτι περίεργα για τα δίκυκλα, αλλά ούτε και αυτό κατάλαβα! Τελοσπάντων διόδια δεν πλήρωσα σχεδόν πουθενά και αν παρανόμησα... Eγώ φταίω!! Ας τα έγραφαν στα αγγλικά! Παρά μόνο εύχομαι, να μην μου έρθει κανένα ιταλικό έμβασμα στο σπίτι.


Πολλά τούνελ πάρα πολλά τούνελ, όλη η διαδρομή ήταν γεμάτα τούνελ. Χωρίς υπερβολή πιστεύω ότι σε όλο μου το ταξίδι στη νότια Ιταλία μπορεί να διέσχισα και παραπάνω, από χιλια τούνελ! Τουνελ στο τούνελ έφτασα στο Σαν Τζοβάνι, άντε καραβάκι και φύγαμε για Σικελία. Κόβω εισιτήριο 25 € και επιβιβάστηκα .

 


 Το τίμημα αυτό ήταν για μία μοτοσικλέτα και εμένα, για όσες φορές το επιθυμούσα σε διάστημα τριών μηνών. Το δεύτερο μικρότερο διάρκειας εισιτήριο ήταν για τρεις μέρες. Από τρεις μήνες στις τρεις μέρες, αν έχεις οργανωση αυτά είναι! Τι νομίζετε μόνο στην Ελλάδα συμβαίνουν αυτά! Πάντως το κόστος τρίμηνης διάρκειας αν είσαι ιταλός είναι ξεφτίλα, αν είσαι όμως τουρίστας είναι σεβαστό γιατί τρεις μήνες διακοπές, χλωμό να κάνεις.


 


Ακομα και για εμενα..


Ακριβώς από δίπλα μου στο πάρκινγκ του πλοίου παρκάρει ένας ιταλός με ενα  800 GS, φορούσε στολή είχε GPS και τα πάντα. Φυσικά του έπιασα συζήτηση αλλά τερματίστηκε άδοξα γιατί αφενός δεν ήξερε αγγλικά, αλλά και γιατί βαριόταν που ζούσε. Του έκανε τρελή εντύπωση πάντως που του είπα ότι είμαι διακοπές από Ελλάδα.
 Αν ήταν αντίθετη περίπτωση και εγώ ήμουν ο ιταλός και έβρισκα κάποιον ξέμπαρκο τουρίστα με μοτοσυκλέτα, θα τον τρέλανα στις ερωτήσεις. Θα τον καθοδηγούσα όσο μπορούσα, το που να πάει και το τι να δει. Θα χαιρόμουν πραγματικά και στο εικοσάλεπτο δρομολόγιο που θα ήμασταν στο καράβι μιας και ήμασταν μόνοι μας, θα κοιτούσα να τον έκανα παρέα εφόσον βέβαια, έβλεπα ότι γουστάρει. Και αν ειχα τα οποιαδήποτε προβλήματα στην προσωπική μου ζωή σε αυτό το δρομολόγιο, θα χανόντουσαν κάπου ανάμεσα στα κύματα εως ότου, αντικρίσω ξανά στέρια.  

 




 

 


Ανεβαίνω πάνω να χαζέψω θάλασσά κάνω ένα τσιγάρο και έφτασα. Παίρνω το μηχανάκι δίπλα από τον Ιταλό, χαιρετιόμαστε με ένα νεύμα και καλό μας δρόμο. Έβρεχε με εμένα να με εχει πιάσει μια απίστευτη διέγερση που έφτασα στο νησί και να κάνω κάτι σφήνες ανάμεσα από τα φορτηγά, λες και πήγαινα ντελίβερι με το παπί. Σε κάποια φάση χώνομαι, και μια νταλίκα πήγε να με φάει τον καθρέφτη. Νίκο χαλάρωσε εδώ δεν είναι Ελλάδα!


Βγαίνω στο κεντρικό σχεδόν αμέσως με μεγάλη ανακούφιση που δεν έμπλεξα μέσα στην πόλη, αλλά και για έναν ακόμα πιο σημαντικό λόγο. Τα αμάξια δεν άναβαν τόσο τα φώτα τους οπότε ούτε κι εγώ. Και ευχαριστούσα τον θεό που ήρθε στην Σικελία μπας και μπορέσω να ολοκληρώσω επιτέλους ένα ταξίδι με το φειζερ χωρίς την ADAC.

Όντως όσα είχα διαβάσει στο διαδίκτυο ήταν αλήθεια. Η νότια Ιταλία είναι πολύ πιο χύμα σε ό,τι αφορά κάποιους νόμους που έχουν θεσπίσει ως κράτος, ότι πρέπει για εμένα λοιπόν!


 Η διαδρομή ήταν γαμάτη μέσα από δεκάδες τούνελ... Πολύ τούνελ ρε παιδιά χόρτασε το μάτι μου τούνελ! Άλλα πρώτου να τα διασχίσω όλα αυτά, πέρασα κάτι πανύψηλές περιστροφικές εναέριες γέφυρες, έως ότου βγω στην δευτερεύουσα εθνική με τα πολλά ( Να το γράψω) Τ... άντε καλά δεν το γράφω!

Αλλά θα γράψω κάτι άλλο που τώρα θυμήθηκα. Διασχίζοντας τη νότια Ιταλία για να έρθω στην Σικελία στο δρόμο, είδα πάρα πολλές γυναίκες που περίμεναν υπομονετικά να βγάλουν μεροκάματο. Είχα ακούσει ιστορίες για την Γιουγκοσλαβία που συμβαίνει κάτι ανάλογο. Αλλά εγώ πρώτη φορά αντίκρυσα κάτι τέτοιο. 


Στόχος μου σήμερα ήταν να φτάσω στην Ταορμίνα μιας και είχα διαβάσει, ότι είναι πολύ γραφική πόλη αλλά φυσικά, γιατί έχει και το αρχαίο ελληνικό θέατρο. Μια παραλία όμως μου κέντρισε περισσότερο το ενδιαφέρον που και είχε στα παράκτια της και έβαλα τον Τομ, να με πάει καρφί εκεί.

Φυσούσε τρελά, μία ψιχαλίζει μία όχι. Οδηγώντας στον παραθαλάσσιο, δρόμο έβλεπα τον παφλασμό των κυμάτων στη στεριά κάτω από το πέπλο ενός, γκριζογάλανο ουρανού.  Το θέαμα ήταν απίστευτο με εμένα να ουρλιάζω πάνω στο μηχανάκι, αντικρίζοντάς το .


 

 

 

 


Πέρασα πολλές παραθαλάσσιες κωμοπόλεις οι οποίες μου καναν τρελή εντύπωση γιατί ηταν, μια πραγματική ατελείωτη ευθεία και τίποτε άλλο. Αποτελοντουσαν απο δυο, τρεις δρόμους παράλληλους με την θάλασσα και όλο το υπόλοιπο τους ήταν, καμιά πεντε km ευθεία. Λες και ήταν παράλληλες σιδηροδρομικές γραμμές.


Καλά ολες ήταν άθλιες, παλιά κτίρια απαρχαιωμένα μαγαζιά λες και βρισκόσουν σε κάποια τριτοκοσμική χώρα. Καθώς οδηγούσα αναρωτιόμουν σε περίπτωση μποτιλιαρίσματός τι φιστικομα, θα τρώνε εδω οι οδηγοί! Μιλάμε αν μπλέξεις σε κυκλοφοριακό χάος, έμενες για πάντα εκεί!


Ευτυχώς που πήγαινα στα όρια ταχύτητας χωρίς περαιτέρω  προβλήματα με εμένα να απορώ, γιατί οδηγούσα στον δεύτερο παράλληλο από την θάλασσα δρόμο και δεν κατηφόρισα 30 m να πάω από τον παραλιακό, για να βλέπω θάλασσα. Μα φυσικά γιατί απο εκει με πήγαινε ο Τομ. Και στα ταξίδια μου, αυτός είναι ο αφέντης και εγώ ο σωφέρ!

Μια δυο φορές τον έγραψα και κατέβηκα παραλία, οδήγησα 300 m μέχρι που ο δρόμος τελείωσε και ξαναγύρισα στον κεντρικό. Μιλάμε απίστευτη γκαντεμιά! Έκανα 5 km μες την πόλη και με το που αποφάσιζα να κατέβω παραλία, τελείωνε η παραλία! Είδατε ο αφέντης αν δεν τον ακούς, αυτά παθαίνεις!

Εκεί είδα και το απίστευτο που μου έκανε τρελή εντύπωση. Σε κρατική πινακίδα κατεύθυνσης έγραφε ότι αν ήθελες να πας στην Ιταλία, στρίβεις από εκεί. Μας στην Ιταλία ημουν! Δηλαδή να είσαι Εύβοια η Πελοπόννησο, και  σε κρατικές πινακίδες να λέει, για Ελλάδα προς τα εκεί. Τι να λέμε τώρα! Όντως τελικά δεν τα πάνε και πολύ καλά.

Φτάνω στην παραλία της Ταορμίνα με το που μπαίνω στον οικισμό, άνοιξαν οι ουρανοί και να ρίχνει καρέκλες! Μέσα σε ένα λεπτό έγινα μούσκεμα με τις σταγόνες της βροχής, να πέφτουν σαν αμύγδαλα επάνω μου. Κάπου να σωθώ! Κάνω μια γύρα δεν βρήκα να προφυλαχτώ, αναστροφή και πίσω. Οδηγάω ξαναγυρνώ, και βρίσκω ένα υπόστεγο από ένα ξενοδοχείο και χώνομαι απευθείας μέσα! Πρέπει να ήταν κοντά τρεις το μεσημέρι, να ρίχνει καρέκλες... Εγώ να είμαι κάτω από το υπόστεγο, η παραλία να είναι στα δεκα μετρα από την άλλη πλευρά του δρόμου, να μην μπορώ να βγάλω φωτογραφίες και να ρίχνω, τα μπινελίκια! 

 


Βαράω το κουδούνι του ξενοδοχείου κάνεις, ήταν κλειστό. Πάω να στρίψω ένα τσιγάρο ήταν αδύνατο, μιας και τα χέρια μου ήταν μούσκεμα. Μιλάμε τα βρισίδια! Απόσυντονιστικά!  Μου πέφτει το παλιό iPhone κάτω και διαμελίζεται, της μάνας σου! Αν είσαι δούλος του τσιγάρου αυτά παθαίνεις, ευτυχώς τουλάχιστον δούλευε. 

Ακριβώς από δίπλα μου ήταν ένα πολύ μικρό, παρακμιακό θα το έλεγα καφέ που λειτουργούσε και σαν, αναψυκτήριο ψιλικατζίδικο. Τους ρωτάω αν ξέρουν κανέναν ανοιχτό ξενοδοχείο.

 – Όχι είναι όλα κλειστά. Αλλά έχουμε εμείς ένα ενοικιαζόμενο σπίτι.
– Βλέπει την παραλία.
– Ναι είναι ακριβώς από επάνω αλλά επειδή βρέχει τώρα, περίμενε να στο δείξω από το ίντερνετ.
WΗΑΤ!!!

Ναι να βραχει τώρα, κρίμα είναι!

 – Δες το είναι τεράστιο, έχει τρία δωμάτια και είναι μέχρι και για πέντε άτομα. 

Κοιτάω και εγώ στο ίντερνετ το σπίτι που ήταν... ΑΚΡΙΒΩΣ ΑΠΟ ΠΑΝΩ!!!

-  Μπαλκόνι έχει.
– Όχι μόνο παράθυρο.
–( Εκεί χαλάστηκα) Και πόσα λεφτά.
– Για δύο νύχτες 110.
– Θα το σκεφτώ.

Βγαίνω έξω προσπαθώ να καπνίσω, τα ψιλό κατάφερα και ψιλό ηρέμησα! Σκέφτηκα το τι θα κάνω αλλά χαλάστικα γιατί ήταν πολύ νωρίς για να  κλειστό στο ξενοδοχείο και εκεί που ήμουν, το βράδυ δεν θα μπορούσα να κάνω κάτι
Εντωμεταξυ πάλι έριχνε αμύγδαλα αλλά εγώ επειδή στράβωσα, έφυγα. Φοράω τα πάντα και βγαίνω κάτω από το υπόστεγο στους καταρράκτες. Εντάξει η Ταορμίνα από εκεί που ήμουν ήταν 4 km, οπότε σιγά! 
Στρίβω από τον κεντρικό σε ένα ανηφορικό δρόμο και να κατεβάζει, ποτάμια! Εγώ οδηγούσα το φειζερ σαν τζετ σκι και ευχαριστούσα τον Θεό, που ήμουν ντελιβεράς!
Να ανηφορίζω, στροφή στη στροφή και ο χείμαρρος να είναι πιο ορμητικός.Αντε λίγο ακόμα να φτάσω, ρωτάω ένα αμάξι μου λέει έχεις άλλα 2 km. Μετά απ' όλα αυτά, φτανω στην Ταορμίνα και σταματάω σε ένα βενζινάδικο.

– Για μέσα στην πόλη από που να πάω.... Τον ρωτώ σαν βατραχάνθρωπος.
– Δεκα μετρα πίσω…. Μου απάντησε απαθέστατα  κάνοντας like στο facebook!

ΩΡΑΙΟΣ...

Φεύγω, παίρνω μια απότομη κατηφορική στροφή και στα 10 m βλέπω ένα περιστροφικό σούπερ λουξ ξενοδοχείο. Είχε πάρκινγκ που έλεγε ότι απαγορεύεται η στάθμευση και εγώ, χώνομαι απευθείας μέσα. Ανυφοριζοντας  ένα μικρό στενάκι  φτάνω σε ένα υπερυψωμένο μαρμάρινο διάδρομο που που επάνω είχε πλεξιγκλάς. Τα γράφω όλα και ανεβάζω το φειζερ πάνω στο μάρμαρο μην πνιγεί από τη βροχή και δεν ξαναπάρει μπρος.
Βλέπω μια πόρτα την ανοίγω και μπαίνω μέσα σ'ένα κομμωτήριο... Ουπς τι έγινε ρε παιδιά! Που είναι το ξενοδοχείο! Με κοιτάνε σαν UFO και εγώ το ίδιο! Αφού τους έκανα μια λίμνη απο τα νερά που έσταζαν από επάνω μου τους ρωτω

– Hotel.
– up

 Αφού του ζήτησα συγγνώμη που τους έκανα λούτσα ανεβαίνω προς τα επάνω. Στον όροφο που ήμουν είδα δωμάτια αλλά δεν είδα την ρεσεψιόν. Ανεβαίνω μόνο δωμάτια, ξανανεβαίνω δωμάτια... Ρε πλάκα με κάνετε που είναι το ξενοδοχείο! Πάω στον τρίτο το ίδιο, ανέβαινα και γελούσα, δηλαδή έλεος. Πρώτη φορά μου συνέβη να είμαι μέσα σε ένα ξενοδοχείο και να μην βρίσκω... Το ξενοδοχείο! Τελικά το βρήκα ήταν στον τέταρτο. Το ξενοδοχείο ήταν ανισόπεδο και είχε δύο εισόδους, έτσι εξηγούνται όλα! Μπαίνω στην ρεσεψιόν και με κοιτάνε λες και ήμουν διαστημάνθρωπος.

– Hotel (Γιατί ποτέ ποτέ δεν ξέρεις)
– Yes.
– Αμήν! Room;
– Yes 65 € με πρωινό.
– Το δωμάτιο έχει μπαλκόνι με θέα;
– Ναι.
– Φέρτο! (Eντάξει ακριβό ήταν, αλλά τέτοια ώρα τέτοια λόγια). 



Προσπαθώ να τους εξηγήσω με τα χιλια ζόρια που πάρκαρα το μηχανάκι και αν ειναι οκ. Στράβωσαν.

– Βάλτο στο πάρκινγκ που είναι στα 20 m.

Εκεί στράβωσα εγώ! Γιατί πιθανόν θα έπρεπε να πληρώσω και ήταν πάρκινγκ χωρίς φύλακα! Τελικά μετά από πολλές διαβουλεύσεις μου επέτρεψαν να το παρκάρω κάτω από το πλεξιγκλάς αλλά σε διαφορετικό σημείο. Σιγά να μην με επέτρεπαν! Ενώ έσταζα ξέρετε, του ξενοδόχο του ήρθε να με κατατοπίσει στο τι να δω στην Ταορμίνα.

– Να το αφήσουμε για πιο μετά;

Δηλαδή έλεος! Πάμε να μετακινήσουμε το μηχανάκι και ο υπαλληλος του ξενοδοχείου για να με συνοδέψει... Ανοιγει   ομπρέλα να μην βραχω!

 – Φίλε μου εγώ είμαι ήδη μούσκεμα, κρατά την ομπρέλα εσύ! 


Δηλαδή έλεος! Αφου τελειώσαμε με το  Φέιζερ πάμε ξανά στη ρεσεψιόν να δώσω ταυτότητα και πηγαίνοντας αυτήν την φορά προς το δωμάτιο ο υπάλληλος, ξανά ανοίγει την ομπρέλα να μην βραχω!

 – Φίλε μου εγώ είμαι ήδη μούσκεμα, κρατά την ομπρέλα εσύ!  


Μα τόσο επιμονή πια, ΕΛΕΟΣ!

Μπαίνουμε στο ασανσέρ, εκεί σφίχτηκα. Μην μείνουμε για πάντα εκεί!

– Όχι έχει αυτόματο σύστημα που κατεβαίνει στο ισόγειο αν συμβεί κάτι.
– Α
– Πάντως είναι η πιο δυνατή καταιγίδα όλης της χρονιάς.
– Α

Πάμε στο δωμάτιο, ήταν χλίδα! Τρελάθηκα! Δεν γαμιούνται τα λεφτά και στην τελική, αφού οι ταξιδιωτικές μου μέρες  ωρολογιακά, τελείωναν λες και ήταν μεσημέρι αν πήγαινα εκδρομή το καλοκαίρι, ήθελα να γουστάρω κιόλας!.


 Βρε λες να γούσταραν κι άλλοι προτού εμένα….

 


Μιας και έτσι βρήκα το κρεβάτι…



Αράζω στο μπαλκόνι και να βλέπω τον κατακλυσμό που εξελισσόταν μπροστά μου με εμένα να είμαι αυτήν τη φορά στα στεγνά. Τρέλα! 







Μετά από λίγο όμως ξενέρωσα. Γιατί αν είναι από τις τέσσερις το απόγευμα να κλείνομαι στο ξενοδοχείο μήπως τελικά, έκανα βλακεία που ταξίδεψα τέτοια εποχή! Έκανα ένα καφέ έβαλα μουσική στο κινητό και εκεί, με πέρασαν τα στραβόματα και  τα πάντα! Ναι πλάκα με κάνεις ρε Νίκο, δες που είσαι και χαλιέσαι για τέτοιες μικρότητες. Θα γουστάρεις με όποιον τρόπο μπορείς.

 Έτσι με τη μουσικη στο κινητο την καταιγίδα, μου έφυγαν ολες οι ανασφάλειες καθώς έβλεπα ανά δευτερόλεπτο, τον ουρανό να φοτίζετε από τις χιλιάδες αστραπές που τεμάχιζαν την νύχτα! Με Manowar στην Τσιτα, πως να μην ανέβω. Και τελικά το βράδυ μου, πήρε μια τελείως διαφορετική τροπή και εξελίχθηκε, σε ένα από τα καλύτερα μοναχικά μου βράδια που πέρασα σε διακοπές.

Αφού όταν έκοψε η βροχή ξενέρωσα γιατί θα έπρεπε να βγω έξω μιας και μέσα, περνούσα καλύτερα! Μαλακία θα ήταν όμως να μην πήγαινα να δω την πόλη. Αφού πήρα πληροφορίες από την ρεσεψιόν για το που να πάω και με ενημέρωσαν ότι κάπου στη μέση του κεντρικού πεζοδρομίου έχει μία μεγάλη πλατεία και από εκεί, φαίνεται το αρχαίο ελληνικό θέατρο, ξεκίνησα. Αλλά απογοητεύτηκα κιόλας γιατί το θέατρο ήταν προσβασιμο στο κοινό έως τις εφτά και η ώρα είχε περάσει. Κρίμα!

Αλλά κακά τα ψέματα ένας βέρος ταξιδιώτης δεν φαίνεται μόνο από πού πηγαίνει αλλά και...





Από ότι ταξιδιωτικό εξοπλισμό κουβαλαει!





Η ώρα πλησιάζει οχτώ και έξω δεν κυκλοφορούσε ψυχή.

 


Εντάξει μια μικρή πόλη ήταν αλλά και πάλι. 






Και εγώ σαν να ήμουν ο τελευταίος επιζών περπατούσα προσπαθώντας να βγάλω έστω και μία, καθωσπρέπει φωτογραφία.


 

 Βέβαια για να βγάλω αυτές τις άθλιες φωτογραφίες ακουμπούσα κάπου επάνω μου την ομπρέλα, άνοιγα την μηχανή, αυτή ξανα έκλεινε και έριχνα όλα τα βρισίδια του κόσμου ακόμα... Και στα ιταλικά! Την ξανά άνοιγα, αυτή και πάλι έκλεινε, κατέβαζα καντήλια και κυλούσε η βράδια.





Εντάξει μπορεί να είναι άθλιες φωτογραφίες αλλά είναι σίγουρα μάχιμες!




Φτάνω στην πλατεία, πίσσα σκοτάδι. Ούτε θέατρο δεν έβλεπα ούτε την τύφλα μου, οικονομία στα φώτα κάνουν! Και συνέχισα να περπατάω. Ενώ περιπλανιόμουνα στα χαμένα από εδώ και από εκεί, σε κάποια βήματα είχα αρχίσει ήδη να βογκαω  από την κούραση. Κάπως έτσι συνειδητοποίησα ότι μπήκα επιτέλους, μέσα στο ταξίδι! Ναι αυτό είναι το γνώριμο μου ταξιδιωτικό στυλ, να βογκάω! Όταν βογκάω σημαίνει ότι γουστάρω!

Γύρισα από εδώ γύρισα από εκεί και αποφάσισα να πάω να δω έστω την είσοδο του θεάτρου μιας και ήταν κλειστό.

Πινακίδες έβλεπα παντού αλλά το θέατρο πουθενά.

 


Βρε λες να βούλιαξε από την βροχή αναρωτιόμουν!


Σκαρφαλώνω σε κάτι πάρκα, ξεσκίστηκα!





Αλλά τελικά το βρήκα.

 


Γαμάτο δεν είναι 



Μέχρι που γύρισα στο ξενοδοχείο...


 


Βγήκα στην μπαλκονάρα και αφού χτύπησα ότι απέμεινε από τα τυροπιτάκια που είχε ετοιμάσει η γυναίκα μου, είπα να ξεκουραστώ και φυσικά,  να την μιλήσω μέσω Skype.
 

– Αγάπη μου τάξε μου

- ΩΧ

– Εκεί που περπατούσα, βογκούσα. Ναι ρε μάγκα επιτέλους! Τώρα γουστάρω.

– Μπραβο

Το βράδυ από την κακοκαιρία είχα αλλεπάλληλες διακοπές ρεύματος όλη η πόλη με εμένα, να βγαίνω στο μπαλκόνι και να βλέπω της λάμψης της καταιγίδας βαθιά μέσα στον ορίζοντα, μέσα στο απόλυτο σκοτάδι.


Καλό σας βράδυ. 

 

26-11-2017 ΗΜΕΡΑ 4


Ξυπνάω το πρωί από τις έξι, είχε ήδη ανατείλει ο ήλιος οπότε καφεδάκι λοιπόν να γιορτάσω τα γενέθλιά μου. 



(Τωρα αν αναρωτιέστε το  ποτε έχω γενέθλια, Μάιο η Νοέμβριο …Εχω να πω ότι αφού είμαι ΝικοςΑνθη… Έχω δυο φορες γενέθλια)

Αφού άραξα με στηλ...









 Είπα να κάνω ένα πρωινό περίπατο στην πόλη προτού σερβιριστεί το πρωινό.



 Βγαίνω έξω ευτυχώς είχε καλό καιρό αλλά κόσμο κλασικά, δεν είχε καθόλου. 
 

 

 Φτάνω πάλι στην κεντρική πλατεία να δω το αρχαίο θέατρο από ψηλά. Ρε που είναι το θέατρο, πλάκα με κάνετε! 



Αφού ρώτησα κάτι Ιάπωνες να με πουν, που είναι ένα ελληνικό θέατρο απευθυνόμενοι... Σε έναν έλληνα. Ξεφτίλα!


– Δεν φαίνεται από δω.

– Σκατά! Από που είστε ρε παιδιά;

– Ιαπωνία.

– Σώπα ρε.

– Μόνοι σας είστε η με γκρουπ;

– Μονή για να πάμε όπου θέλουμε εμείς.


Μπράβο ρε τσακάλια! Εντωμεταξύ αύτη ηταν δύο γύρω στα τριαντα, με τον έναν μιλούσα και των άλλων αναγκαστικά, τον αγνοούσα μιας και δεν ήξερε αγγλικά.


– Πόσα λεφτά θα σας βγει αυτό το ταξίδι με τα αεροπορικά εισιτήρια από την Ιαπωνία;

– 10.000 € για μία εβδομάδα.

– Πόσα! Ναι αλλά πόσα πληρώνεστε στην Ιαπωνία για μία δουλειά. Ο σερβιτόρος ας πούμε;
 – Πέντε με εξι ευρω την ώρα

.-- Και πόσες ώρες δουλεύετε στην Ιαπωνία την εβδομάδα.

– 35. 

Καλά μιλάμε τους ξέσκισα, έτσι για να ξεκινήσει καλά η μέρα. Για αυτούς δεν ξέρω! 

 


– Πόση  άδεια παίρνετε το χρόνο.

– Τρεις εβδομάδες.

– Μόνο! Στην Ιαπωνία έχει ωραία μέρη για να πας.;

– Το Κιοτο είναι πανέμορφο όπου εκεί, βλέπεις την παραδοσιακή Ιαπωνία.





Τους έβλεπα ότι ψιλό δυσφορούσαν με την πάρτη μου αλλά εγώ, συνέχιζα ακάθεκτος!


– Θα νοικιάσετε αμάξι;

– Όχι είναι επικίνδυνο για εμάς γιατί εδώ στην Ευρώπη, οδηγούν τελείως διαφορετικά. 

  



 Κλασσικά αυτοί είχαν μια διαστημική DSLR για φωτογραφίες και εγώ, κάθε τρεις λήψεις άλλαζα μπαταρίες Α4 γιατί έκλινε η μηχανή…. Τι να λέμε τώρα!






– Και πως μετακινείστε από δω και από εκεί;

– Με Μέσα Μαζικής Μεταφοράς.

– Ξενοδοχείο κλείνεται από το ίντερνετ;


 ΜΙΛΑΜΕ ΑΠΙΣΤΕΥΤΟΣ!!!!!!!  

 


Και ξαφνικά εκεί που συζητούσαμε με είπαν ότι πρέπει να φύγουν, γιατί άραγε!


 Χαιρετηθήκαμε, συνέχισα την βόλτα μου στην πόλη και στον γυρισμό προς το ξενοδοχείο, ξανά πετυχαίνω τους ιάπωνες. Ο ιάπωνας που δεν συμμετείχε στη συζήτηση μας, περπατούσε μουτρωμένος μπροστά λες και έκανε βάδην για τους ολυμπιακούς αγώνες και ο ΔΙΚΟΣ ΜΟΥ, έτρεχε ξοπίσω του να τον προλάβει. Ώπα τι παίχτηκε εδω! Βρε λες να έγινα και αντροχωρίστρας  στα γεράματα! Αυτό θα πει, αλησμόνητα  γενέθλια.








Πάω στο ξενοδοχείο να φάω πρωινό, είχε κλασικά μπουφέ με σαλάμια κασερια, κρουασάν και άλλα διαφορα. Ενώ είχε μεγάλη ποικιλία από αγαθά δεν είχε ποσότητα, 4 - 5 φέτες από το καθένα. 





Γεμίζω δύο πιάταρες  για αρχή με ότι μου άρεσε οπτικά, αλλά μιας και είμαι κυριος άφησα και από μία το πολύ δύο, φέτες για τους υπόλοιπους. Με την προοπτική οτι, θα τα ξαναγεμίσουν. 

Επίσης είχε και ένα κοινόχρηστο χυμό αλλά και εμφιαλωμένο νερό, όπου με το ποτήρι έβαζες όσο ήθελες. Αλλά εγώ επειδή βαριόμουν να ξανά σηκώνομαι πήρα παραμάσχαλα και το νερό και βγήκα στο μπαλκόνι. Ναι τζάμπα ταλαιπωρία να βγάζω! 

 



Στο μπαλκόνι μόνο εγώ ήμουν, όλοι οι υπόλοιποι ένοικοι τρώγαν μέσα. Δηλαδή προτιμούσαν να τρώνε μέσα σε πέντε τοίχους, παρά έξω και να αγναντεύουν το άπειρο της θάλασσας που ξεδιπλώνονταν μπροστά τους, τι να πεις!
 Ακόμα και το προσωπικό του ξενοδοχείου απόρησε που έκατσα έξω, βασικά τους έπιασα και απροετοίμαστους, γιατί ο έξω χώρος ήταν σε μαύρο χάλι από τα νερά της χθεσινής νεροποντής. Είχε και κάτι σταχτοδοχεία γεμάτα αποτσίγαρα πλημμυρισμένα στο νερό και ούτε που φιλοτιμήθηκαν, να τα καθαρίσουν όσο έτρωγα. Ζώα! Τουλάχιστον σέρβιραν ωραίο καφέ.


Ξανά σηκώνομαι για δεύτερο ημίχρονο μασας και βλέπω οτι, δεν είχαν συμπληρώσει στο μπουφέ ότι είχα φάει πιο πριν. Εδώ δεν είχαν βάλει ακόμα νερό για τους υπόλοιπους. Και γύφτοι και ζώα. Εντάξει οι ευρωπαίοι ταξιδευτές ξέρετε φημίζονται για το ήθος τους, έτσι ότι απομεινάρια σαλαμιών είχα αφήσει από την πρώτη μου λεηλασία δεν πειράχθηκαν γιατί ήταν τα τελευταία, οπότε...ΕΦΑΓΑ ΚΑΙ ΑΥΤΑ!!!
Στο τρίτο ημίχρονο μασάς δεν είχε μείνει σχεδόν τίποτα στο μπουφέ τουλάχιστον, είχαν φέρει νερό. Το γλυκοκοιτάζω αλλά λέω αστό θα με δείρουν!


Πάω στο δωμάτιο να ξεκουραστώ, από το πολύ φαΐ μιλάμε πρήστηκα! Και αφού πέρασε λίγο η ώρα ετοιμάστηκα να φύγω. Πάω στη ρεσεψιόν να πληρώσω και να μάθω το πια διαδρομή είναι η πιο ειδυλλιακή, για να προσεγγίσω το ηφαίστειο. Μου λέει και τον ξαναρωτάω.


– Που με προτείνεις να μείνω το βράδυ.

– Οι Συρακούσες είναι πολύ όμορφη.

– Δεν θέλω μεγάλη πόλη.

– Όχι δεν είναι μεγάλη πόλη, άσε που έχει και μεγάλη ιστορία. Αλλά εσύ είσαι έλληνας, τα ξέρεις αυτά.


Ναι σίγουρα! Και επιδέξια αλλαγή θέματος μη γίνουμε ξεφτίλα.


– Η Ορτυγια είναι ωραία.

– Φανταστική! Εκεί να μείνεις.

– Thank you

Ήδη κόντευε δεκα και είχα σκάσει από τη ζέστη. Κοιτούσα τις μπότες και έβγαζα σπυριά. Τότε θυμήθηκα ότι είχα ένα ξεχασμένο χταπόδι κάτω από τη σέλα. Σε μένα ρε! Δενω τις μπότες με το χταπόδι πίσω στην σέλα και καλό μου ταξίδι. Όπως πάντα σαν τον Ταμτάκο  του δρόμου! Ξεκινώντας το Φέιζερ με έσβησε μια - δυο φορές αλλά υπέθεσα ότι ήταν μάλλον ακόμα κρύο, βέβαια σφυκτικά αλλά το ξεπέρασα! 

 



Αρχικά φεύγοντας από την Ταορμινα  κατηφόρισα τέσσερα χιλιόμετρα πίσω, από το δρόμο που είχα έρθει για να δω επιτέλους με την ησυχία μου, την ομώνυμη παράλια...





Οδηγώντας πιστός στις κατευθύνσεις του Tom με πήγε από ένα δρόμο που είχε ένα μετρό λάσπη. Κοίτα να δεις οτι δεν θα μπορέσω να πάω στο ηφαίστειο μιας και χθες, κατέβασε τη μισή Σικελία από τη νεροποντή. 

Παρέκκλινα της κατεύθυνσης του Τομ και συνεχίζω παραλιακά, ξέρετε σε αυτές τις πόλεις που είναι μόνο πέντε χιλιόμετρα ευθεία και πέφτω σε μποτιλιάρισμα! Δεκα λεπτά κόλλησα και δεν μπορούσα να πάω πουθενά! Έσβησα το φειζερ και περίμενα, και όταν περπατούσαν τα αμάξια από μπροστά μου, το τσουλαγα για να μην το ανατινάξω! 
Μου ήρθε να βάλω τα κλάματα! Φυσικά επειδή έχανα χρόνο αλλά και γιατί φοβόμουν μην ζορίσω το μηχανάκι και δεν ξανα ολοκληρώσω το ταξίδι. Όχι ρε φίλε κοίτα να δεις που έμπλεξα! Δεν ήμουν καλά!


Εκεί έβγαλα ίσως το πιο σοφό συμπέρασμα από τα λιγοστά μου ταξίδια. Ότι τελικά, το αφεντικό  στις διακοπές μου είναι το μηχανάκι και όχι εγώ, αυτό επιλέγει τις διαδρομές και όχι εγώ. Και αν κάνω του κεφαλιού μου και με αφήσει, καλά να πάθω! Γιατί φταίχτης θα είμαι αποκλειστικά εγώ!


 Αν είχα κανένα χάιτέκ μηχανάκι τα πράγματα θα ήταν σίγουρα διαφορετικά, αλλά εφόσον έχω το φέιζερ ένα μηχανάκι του 2001 με τις όποιες φθορες και τα όποια, τεχνολογικά προβλήματα, το φειζερ κάνει κουμάντο και όχι εγώ.


Πολλές φορές το είχα σκεφτεί. Στα τρία χρόνια που ταξιδεύω με τη μηχανή τα λεφτά που έδωσα σε διακοπές αν τα κρατούσα, ίσως να μπορούσα να αγοράσω ένα μηχανάκι αξίας 8000 €, αλλά δεν θα πήγαινα πουθενά. Θα έφτανα το πολύ μέχρι τη Λάρισα και μετά πάλι πίσω. Τι αξίζει πιο πολύ ένα μεταχειρισμένο F 800 GS που το γουστάρω, ή τέσσερα ταξίδια που δεν θα πίστευα ποτέ, ότι θα μπορούσα να υλοποιήσω. Για εμένα ακόμα και τώρα που γράφω αυτές τις γραμμές θεωρώ, ότι τα ταξίδια αξίζουν παραπάνω από τα οποία γούστα και τα όποια υλικά αγαθά. Εφόσον αυτή είναι η επιλογή μου το φειζερ είναι το αφεντικό και πρέπει να το σέβομαι γιατί αλλιώς, ουτε μηχανάκι θα αγόραζα αλλά ούτε και ταξίδια θα ολοκληρώνω.


– Φέιζερ που πάμε τώρα;

– Όπου φύγει φύγει !

Τελικά αυτές οι διακοπές έμελλαν να έχουνε δύο μεγάλα αφεντικά, το φειζερ και τον Τομ με ένα μεσολαβητή, εμένα. Αν μπλέξεις έτσι είναι.


Αλλάζω κατευθύνσεις στον Τομ μπας και φύγω όσο το δυνατόν πιο γρήγορα από αυτό το χάλι. Βγαίνω στη δευτερεύουσα εθνική και στρίβω προς το ηφαίστειο. Ο καιρός ήταν μουντός, έτοιμος να βρέξει. Η άσφαλτος ήταν μουσκεμα και να ανηφορίζω φουρκέτα στη φουρκέτα προς την κορυφή.
Ανεβαίνοντας να είμαι περικυκλωμένος από δέντρα την ώρα που έριχναν τα κατακόκκινα φύλλα τους λες, και ήταν φθινόπωρο. Γκλίτσα και φύλα είναι σίγουρα επικίνδυνο με εμένα, να είμαι εκστασιασμένος και να προσπαθώ, σώνει και καλά να κάνω επιτέλους την πρώτη μου προσπέραση στην Ευρώπη. Το θύμα μου ήταν ένα Smart με τρία άτομα και να το έχω κατα πόδας! Θα σε περάσω ρε! Μιλάμε γινόταν μάχη! Τελικά όπως καταλάβατε δεν κατάφερα να το περάσω και απογοητευμένος, σταμάτησα να κάνω το τσιγάρο της παρηγοριάς.

 


Έλα εντάξει τι και αν δεν έχω κάνει ακόμα προσπέρασή σε 20.000 km στην Ευρώπη, κάποτε θα κάνω! Και  όχι μόνο αλλά θα βγάλω και σελφι.


Ανεβαίνω και πετυχαίνω...





Τρελούς ιταλούς ελντουράδες και έβγαλα την πιο ωραία φωτογραφία του ταξιδιού. Γούσταραν που είμαι από Ελλάδα.


– Yamaha ρε δεν μασάει. Μου λένε και με δειχνουν πιο πέρα ενα ΥΖ.
– Παγο θα έχει ρε τσακάλια πιο επάνω.
– Όχι ανέβα τέρμα, δεν έχει τίποτα. 

Συνεχίζω και φτάνω σε μια διακλάδωση, τώρα προς τα που να πάω. Και πήρα την ανηφορική δεξιά κατεύθυνση θυμούμενος τους ελντουράδες. Σιγά-σιγά τα δέντρα έδωσαν τη θέση τους σε ένα απόκοσμο ηφαιστειογενές τοπίο. Μαύρες κοτρώνες απλωμένες παντού κι εγώ ολο να  ανηφορίζω με συντροφιά ένα απαλό στρώμα πάχνης, διάσπαρτο σε όλη την ατμόσφαιρα. 

Φτάνω σε κάτι κιόσκια τα προσπερνάω συνεχίζω, φτάνω και σε άλλα κιόσκια και ο δρόμος τερματίζει. Τους ρωτώ...

– Ρε παιδιά για την κορυφή όπως πάω.
– Εδώ είσαι. Έφτασες. 


 


Τι αυτό ήτανε, ξενέρωσα!



Γυρνώ στα προηγούμενα κιόσκια που λειτουργούσαν ως σουβενίρ shop, παίρνω ένα αυτοκόλλητο και τώρα... Τι κάνουμε. Πάω πιο πέρα μαζεύω πεντε κιλα κοτρόνια ως αληθινό σουβενίρ από το ηφαίστειο, τα χώνω στη μπαγκαζιέρα, κάνω ένα τσιγάρο και έτσι απλά... έφυγα! 

Παρατηρήστε της μπότες σε τι κατάσταση είναι...




Ε αφού έχουν ακόμα σολα … Καλες ειναι!!!


Πέρασα αρκετά χιλιόμετρα με κοτρόνια μέσα σε ένα τοπίο βυθισμένο στην ομίχλη μέχρι που με ξανά υποδέχτηκαν, τα δέντρα και ο πολιτισμός.

 

 Διέσχισα χωριά μέσα από πλακόστρωτα σοκάκια με το τοπιο να είναι πλέον, σχεδόν αδιάφορο. Φτάνω έξω από ένα ψιλικατζίδικο να πάρω νερό, βγαίνω έξω χτυπώ ένα καφέ και σκέφτομαι τι να κάνω.

Αρχικώς μου προγραμματισμός ήταν να κάνω όλες τις περιμετρικές  διαδρομές του ηφαιστείου για να έχω μια γενική εικόνα από το μέρος. Προς το παρόν είχα κάνει μόνο την πιο ανηφορική που σε οδηγούσε μέχρι την κορυφή, αλλά είχε και άλλες. Γενικά όμως δεν ενθουσιάστηκα με το όλο τοπίο, να πάω να δω και άλλα. Η ώρα κοντεύει μεσημέρι το τοπίο ήταν γενικώς μέτριο και μετά από δύο τσιγάρα είπα, χέστο! Τζάμπα θα ζορίζω το φειζερ οδηγώντας το μέσα από δεκάδες χωριά που θα ήταν στο διάβα μου.


– Ρε Φέιζερ τι λες;

– Χέστο!!  Το Καϊμακτσαλάν είναι πιο ωραίο!


Μιλάμε όσο πάει φτάνω στην παράνοια. Λες να με χαλάνε οι διακοπές!


Βγαίνω στο κεντρικό κατευθύνομαι προς Συρακούσες, όμως με έκοψε  η λόρδα και σταματάω σε ένα βενζινάδικο να τσιμπήσω κάτι.


 


 Εκεί έγινε το πιο απίστευτο! Εκεί που έτρωγα σκάει μύτη μια μεγάλη παρέα ιταλών όλων των ηλικιών. Μάλλον θα ήταν συγγενικές οικογένειες. Σε κάποια φάση ένας από τους ιταλούς με ρωτάει.


 – Σε πειράζει να βγάλω μια φωτογραφία με το φέιζερ.

– ( Φλασσαρά! Πρώτη φορά μου συνέβη αυτό.) Βγάλε.

 Βγάζει αυτός φωτογραφία με το Φέιζερ, στο καπάκι τον βγαζω και εγώ για να τον θυμάμαι



Ε ναι, αυτό αυτό δεν συμβαίνει κάθε μέρα. Βασικά συμβαίνει μία φορά σε κάθε 39 χρόνια!

Η διαδρομή ήταν ψιλό μάπα μέχρι που με οδήγησε στης Συρακούσες . Φτάνω στη γέφυρα που ενώνει τις Συρακούσες με την Ορτυγία, ευκαιρία για διάλειμμα και να σκεφτώ το που θα μείνω. 

 
 
Κάνω ένα τσιγάρο με το απαραίτητο συμπλήρωμα


Να το γράψω! 


Πάω από την απέναντι πλευρά της γέφυρας και τρώω φλασιά. 




Ποδόσφαιρο με κανό  στο ποτάμι. Ούτε καν που ήξερα ότι υπάρχει τέτοιο άθλημα. Αλλά επειδή δεν ήξερα ούτε, που θα βρω ξενοδοχείο είπα να φύγω. Έκανα νόημα σε κάποιους διερχόμενους μηχανόβιους να σταματήσουν για να με καθοδηγήσουν σε κάποιο ξενοδοχείο. Ναι καλά, κανείς δε σταμάτησε!

Ξεκινώ και λέω να κατευθυνθώ παραλιακά, παραλιακά παράκτια της θάλασσας όλο και κάποιο ξενοδοχείο θα βρω. Παίρνω μία μεγάλη αψίδα και οδηγάω σε ένα πλακόστρωτο με την παραλία δυστυχώς να είναι μόνο για πεζοπορία. Φτάνω στο τέλος του δρόμου και βλέπω πινακίδα σήμανσης για ξενοδοχείο. Παρκάρω το ξενοδοχείο πουθενά. Κοιτάω από δω από εκεί, τίποτα! Ρωτάω κάτι περαστικούς


 – Hotel.

– Εκεί!!!! και μου δείχνουν.

– Που;

– Εκεί. (Αμάν όσο πάει χειροτερεύω) Που;


Αγανάκτησαν και αυτή και με πήραν από το χεράκι. Φτάνω στο ξενοδοχείο καλά μιλάμε ούτε αύριο δεν θα το έβρισκα. Στην Ιταλία πολλά ξενοδοχεία ούτε καν αναγραφούν πουθενά ότι είναι ξενοδοχεία. Απλά φτάνεις στην πόρτα κοιτάς προσεκτικά, και βλέπεις στη ρεσεψιόν! Μάλλον για να τους βρίσκει μαζί με τους πελάτες και η εφορία. Μπαίνω μέσα.


– Hotel (Γιατί ποτέ δεν είσαι σίγουρος)

– Ναι.

– Δωμάτιο;

– Είμαστε γεμάτοι.

– Φακ! Ξέρετε κανένα ξενοδοχείο εδώ κοντά; ....Βγάζει το χαρτη, μου δείχνει.
– Εδώ είναι ένα, το Royal. Και μετα απο δυο στενά ένα άλλο.
– Royal not for me.
– Όχι δεν είναι ακριβό μόνο το όνομα έχει.
– Θα το σκεφτώ.
– Κοίταξε να δεις, εφόσον μπήκες με το μηχανάκι εδώ μέσα μιας και είναι προστατευόμενη περιοχή, πρέπει οπωσδήποτε να κλείσεις ξενοδοχείο.
– Τι;
– Ναι πάνω από την αψίδα έχει κάμερα και μιας που απαγορεύεται η κυκλοφορία παρά μόνο στους ντόπιους και τους ενοίκους των ξενοδοχείων, αν δε κλείσεις δωμάτιο θα σου στείλουν 100 € πρόστιμο.
– Καλά πως;
– Το ξενοδοχείο κρατάει την πινακίδα σου, την στέλνει στην αστυνομία να επιβεβαιώσει την κράτησή σου και εσυ, για να μη φας πρόστιμο.

Τι κόλπα είναι αυτά ρε παιδιά. Άλλο και τούτο πάλι . Από τη μία βέβαια καλά κάνουν γιατί μιας και είναι πολύ μικρό μέρος, αν όλοι πάρκαραν όπου έβρισκαν οι ενικοί  των ξενοδοχείων και οι μόνιμοι κάτοικοι που θα βάζαν τα αυτοκίνητά τους.
Φτάνω στο Royal μπροστά στην παραλία, μπαίνω μέσα σα βρεγμένη γάτα.

– Δωμάτιο;
– 55 € με πρωινό.
– Μια χαρά! Είναι μπροστά;
– Νό.
– ( Δεν μπορείς να τα έχεις όλα) Μπαλκόνι.
– Νο… Χαλάστηκα λίγο αλλά και τι να κάνεις.

Αφού βγάλαμε μια φρίκη που θα παρκάρω το φειζερ μιας και όλα τα πάρκινγκ στο δρόμο ήταν σημειωμένα με άσπρο πλαίσιο που σημαίνει, ότι απευθυνόταν στους μόνιμους κατοίκους της περιοχής, πήγαμε στο δωμάτιο. 

 

 

 

Γαμάτο ναι, αλλά χωρίς μπαλκόνι δε. Αράζω, αφού ξεκουράστηκα πήρα το καφέ ανά χείρας και ξεκίνησα για να εξερευνήσω την Ορτυγία.  Εντάξει μπορεί να μην έβλεπε  θάλασσα από το δωμάτιο αλλά με το που έβγαινες από το ξενοδοχείο, ξεδιπλωνόταν μπροστά μου. Οπότε χαλάλι τα λεφτά... Και στο Royal ο δικός σου. 

Περπατώ παραλιακά δεν είχε ψυχή. 



Μπαίνω μέσα στα σοκάκια, γραφικά μεν, μαύρη κατάθλιψη δε. 



Προχωρούσα και πολεμούσα με τον εαυτό μου να μην χαλάσω. Εντάξει λίγο κόσμο ρε παιδιά, πάλι ασκητικά θα τη βγάλουμε.



 

 Χωνόμουν  μέσα στα σοκάκια και έβριζα, δεν είχε τίποτα.



 

 

 

 Φτάνω σε μία μεσαιωνική εκκλησία που από μέσα ακουγόταν ψαλμωδίες,  αλλά προερχόμενες από cd. 



 

Εκεί κάπου αποπροσανατολιστικά και δεν θυμόμουν από που ήρθα. Ωχ αγχώθηκα, λες να χαθούμε! Περπατώ και ξαφνικά βγαίνω από τα σοκάκια σε ένα άλλο κόσμο. Καφετέριες μαγαζιά γυναίκες αυτοκίνητα... Ρε μάγκα εδώ είμαστε! 



Μπαίνω μέσα στον προαύλιο από ένα μεσαιωνικό οίκημα που είχε κάτι σαν εκδήλωση, με πολλούς πάγκους με έργα λαϊκής τέχνης και τριγυρνούσα σαν χαζός. Φτάνω σε μία ιταλίδα γύρω στα 20 με μακρύ μαύρο μαλλί, μιλάμε τέτοια ομορφιά δεν είχα ξαναδεί. Θεραπεύτηκα με τη μία! Μου έφυγε η κατάθλιψη και τα πάντα! Ακριβώς από πίσω της προβάλλονταν σε video wall , εμπειρίες εικονικής πραγματικότητας. Φορούσες τα γυαλιά και έκανές σερφ, κατέβαινες βουνά κάνοντας σκι, έκανες πτήσεις με ανεμόπτερα. Γούσταρα! Αλλά δεν κατάλαβα το τι έπαιζε ακριβώς… Μάλλον η Ιταλίδα θα φταίει
Βγαίνω έξω από το οίκημα, κάθομαι σ' ένα παγκάκι και να χαζεύω τον κοσμο τριγύρω μου. Βέβαια είχα ένα μεγάλο καημό και ρωτούσα  από εδώ και από εκεί.

 — Η Ορτυγια που πέφτει ρε παιδιά;...  Γιατί δεν έβλεπα να γυρνούσα στο ξενοδοχείο!
 Περπατάω σε ένα  πλακόστρωτο φάρδους σαν την Τσιμισκή πίτα στα μαγαζιά. Ζαλίστηκα!

 

 Φτάνω σε ένα Συντριβάνι...



Και με προσεγγίζει μία τουρίστρια για να της δώσω πληροφορίες για το μέρος. Βρήκε και αυτη να ρωτήσει... Αλλά την ρώτησα εγώ.


 - Το κέντρο προς τα που πέφτει.

– Ευθεία.



 Περπατάω και ξαφνικά παθαίνω σοκ μιας και φτάνω, στην πιο ωραία πλατεία που είχα βρεθεί στη ζωή μου! Παρίσι Ρώμη Βουδαπέστη ξεχάστε τα, πάτε στην Ορτυγία και θα με θυμηθείτε!

 

 

 




 

 


Εκεί έφαγα κόλλημα στο να μπω να δω τον καθεδρικό ναό της πόλης…  Αλλά βρήκα μόνο την έξοδο του ναού. Έβλεπα τους τουρίστες να βγαίνουν και τους ρωτούσα.


 – Ρε παιδιά πως θα μπω μέσα;

– Κόψε εισιτήριο και η είσοδος είναι από την άλλη πλευρά.


Έκανα το γύρο της εκκλησίας δεν έβλεπα πόρτα, ρωτούσα που είναι τα εκδοτήρια δεν έβρισκα το γκισέ. Ρε πλάκα με κάνετε! Λέω πιθανόν να μην πρόσεξα την πορτα. Ξανά κάνω τον γύρο, τίποτα! Καλά πως μπαίνω στο ναό με ελικόπτερο. Έψαχνα απελπισμένος τα εκδοτήρια μπας και ρωτήσω…  Οσο τα βρήκατε εσείς τα βρήκα κι εγώ! Ρε λέ λες να με χαλάν οι διακοπές!

 

 Ιδου η εξοδος... ΑΛΛΑ ΠΟΥ ΕΙΝΑΙ Η ΕΙΣΟΔΟΣ!!




Περιττό να πω ότι οι ιταλοί δεν ξέρουν ούτε τό yes στα αγγλικά οπότε και εγώ, παραιτήθηκα της προσπάθειας να ρωτήσω μπας και μάθω επιτέλους, που είναι η είσοδος της εκκλησίας. Εντάξει συμβαίνουν αυτά! 
Εκατσα  πολύ ώρα στην πλατεία μη μπορώντας να χορτάσω την επιβλητικότητα της. Και ψηλο έμαθα ότι μες στο ναό είχε έκθεση κάποιου έργου τέχνης. Διάσημου έργου! Φυσικά εγώ ούτε που το είχα ακουστά αλλά και το χειρότερο... Δεν θυμάμαι πως το λένε!...  ΠΕΡΙΓΡΑΦΙΚΟΤΑΤΟΣ!!!!!!

Περπάτησα πολύ κάπως έτσι...

 

ΜΟΝΤΕΛΟ!!!!

Γύρισα από εδώ γύρισα από εκεί. Κατηφόρισα σε κάτι κακόφημα σκοτεινά πάρκα όπου είχε πλανόδιους πωλητές προσφυγικής καταγωγής, που πωλούσαν σουβενίρ. Και μόλις τα έφτυσα τελείως, γύρισα στο ξενοδοχείο. Βρε ευτυχώς που το βρήκα δε λες.


Μίλησα με τη γυναίκα μου στο Skype...



- Ανθή πηγα στο κεντρικό ναό της Ορτυγία και δεν έβρισκα την είσοδο, μονο την έξοδο
- Tελικά την βρήκες
- OXI το πάλεψα καμια ώρα αλλά όχι, δεν μπήκα μέσα … Μέχρι που κουράστηκα να κάνω γύρες τον ναό.
- …
- Ανθή … Ανθή…  Τι έπαθες Ανθή

 Και χαζεύοντας ιταλικά τάλεντ σόου, αποκοιμήθηκα!   

 


27 - 11 - 2017 ΗΜΕΡΑ 5



Ξυπνάω το πρωί λίγο προτού να σερβιριστεί το πρωινό, με άγριες διαθέσεις! Χθες το βράδυ δεν έφαγα γιατί σήμερα, έχει πρωινό!  Κατεβαίνω παραγγέλνω καφέ από ένα αν μη τι άλλο αγενέστατο μπουφετζή και περιμένω, να μου το φέρουν να πάω έξω για τσιγάρο. 
Καπαρώνω το τραπέζι με την ωραιότερη θέα και εις αναμονή λοιπόν. Έσκασα, βρε που είναι ο καφές. Αυτός έκανε τις ετοιμασίες του μπουφέ και εγώ είχα φτάσει σε κατάσταση υστερίας. Σηκώνομαι όρθιος και πάω πάνω από το κεφάλι του σαν, μπάστακάς για να με κάνει καφέ. Αφού τον έκανε του λεω.

– Αφήνω τα πραγματα εδω, πάω για τσιγάρο.

Φυσικά κάβατζοσα και το νερό. Όλο εκείνο το πρωινό πήγε κάπως έτσι. Καφέ και τσιγάρο. 



Φαΐ. 


Και άλλος καφές με τσιγάρο. Κι άλλο φαΐ! 


Οπως   βλέπετε, δεν έχει αλλο νερό



Αφου το καβατζωσα!!!

Έμπαινα έβγαινα έτρωγα, κατεβαζά τρία ποτήρια νερό και ξανά πάλι έξω! Ρε συ κοράκιασα πολλή δίψα.



 Περιττό να πω ότι το καβατζωμένο νερό είχε ήδη τελειώσει αλλά μιας και φοβόμουν να καβατζώσω και δεύτερο, λεηλατούσα το μπουφέ. Μέσα έξω λοιπόν και ο μπουφετζής με κοιτούσε περίεργα, με μίσος να έλεγα, με απάθεια! Τι να πω. Πάντως όχι ως φίλο αλλά ως, θανάσιμο εχθρό. Γιατί ρε παιδιά! 

Να ξυπνάς όμως και να πίνεις το καφεδάκι σου έστω και στο ποδάρι κάτω από τέτοια θέα.



Τρελα!!!





 Αφού ξανά έφαγα κάτιτις, ανέβηκα στο δωμάτιο να μαζέψω τα πράγματά μου. Πληρώνω, τα τοποθετώ στο μηχανάκι και λέω στον μπουφετζή.

Ένα ακόμα καφεδάκι θα με κάνεις;

Μπαινοβγαίνω στη ρεσεψιόν να μάθω το πώς, να πάω στο Αγκριτζέντο.

– Να σας ρωτήσω, αν πάω παραλιακά επειδή περνάω πολλές πόλης  είναι πιθανό να πέσω σε κανένα τρελό μποτιλιάρισμα;
– Ναι και πόσο μάλλον σήμερα που είναι Κυριακή με τόσο ωραία μέρα και όλοι οι ιταλοί, θα πάνε βόλτα με τα αυτοκίνητα τους. Γύρνα πίσω στην Κατάνια.
– ( Με έπεισε!) Πολύ ζέστη έχετε εδώ, ούτε δεκα το  πρωί δεν είναι και έσκασα από τον ήλιο. Το καλοκαίρι τι θερμοκρασίες έχετε;
– 45!
– Πόσο! Δεν είναι ούτε για εμένα, ούτε για το φειζερ το Καλοκαίρι η Σικελία. Το μηχανάκι θα ανατιναχτεί!

Πάω να φύγω και ξαφνικά ανοίγουν οι ουρανοί  και ρίχνει καρέκλες. Τώρα να φύγω όπως είμαι με το τζιν, να φορέσω αδιάβροχα και να φύγω, ή να περιμένω να περάσει η μπόρα και να πιω ένα ακόμα καφέ! Αλλά επειδή φοβήθηκα μη με πλακώσει στο ξύλο μπουφετζής, το άφησα και έφυγα με τη βροχή.
Εκεί θυμήθηκα ότι ξέχασα κάτι σουβενίρ που αγόρασα στο δωμάτιο και ενημέρωσα την ρεσεψιόν. Παίρνει τηλέφωνο τις καθαρίστριες, ενώ είχε καμιά ώρα που το καθάρισαν.

 – Ναι τα βρήκαμε θα τα φέρουν κάτω.

Κουφάλες καθαρίστριές μάλλον θέλατε να τα καβατζώσετε Ε... Σε μένα ρε! Που αφού παραδώσω το δωμάτιο κάνω μια ωρα για να φύγω από το ξενοδοχείο, πίνοντας καφέ... Σε μένα αυτά δεν πέρναν! Και το συμπέρασμα οι αργόσχολοια, μου έσωσε τα σουβενίρ.

Φεύγω με μόνο το αδιάβροχο παντελόνι και μετά από λίγο κλασικά έβγαλε ήλιο. Φθινόπωρο, τι και αν έμπαινε ο Δεκέμβρης. Γυρνώ προς την Κατάνια διασχίζοντας αμέτρητά τούνελ μέσα σε ένα πανέμορφο καταπράσινο τοπίο.



 Βασικά δεν θυμάμαι πως με οδηγήσε ο δρόμος ή μάλλον ο Τομ  κατά εκεί, αλλά μπήκα σε ένα δρόμο που λεγόταν SS 626 και έκανα μία από τις πιο όμορφες διαδρομές της ζωής μου. Φανταστείτε καταπράσινα βουνά καλυμμένα στο γρασίδι. Ορατότητα που να αγγίζει τον ορίζοντα. Εγώ να οδηγώ πάνω σε μια γέφυρα μήκους δεκάδων χιλιομέτρων αλλά υψομέτρου, ελάχιστα μέτρα από τη γη. Κάτω από τις ρόδες μου να είναι απλωμένες καλλιεργήσιμες εκτάσεις με σιτηρά, η γέφυρα να στρίβει  και εγώ να την βλέπω λες και είμαι σε κάποιο παρατηρητήριο αλλά να είμαι επάνω της, και να την οδηγώ.

Σκωτία, τι να λέμε τώρα!

 Εντάξει Σκωτία δεν έχω πάει αλλά επειδή πάντα η φαντασία είναι πιο εντυπωσιακή από την πραγματικότητα θαρρώ, ότι έστω και νοερά βρισκόμουν στα χαϊλάιντς   και άκουγα κάπου μέσα από τα σύννεφα, τις γκάιντες των αγγέλων να με καθοδηγούν στους δρόμους του παραδείσου. Εντάξει πέρα από τις ποιητικές ανορθόγραφες παπάρες, ήταν η πιο ωραία διαδρομή που εκανα στο ταξίδι και ίσως σε όλη την Ιταλία, ακόμα και από τις Άλπεις! Όποιος πάει κατά εκεί ας κάνει αυτή τη διαδρομή και θα με θυμηθεί, χάζεψα!

Φτάνω στο Αγκριτζέντο παίρνω μέσα απο την πόλη, λέω όλο και κάποια πινακίδα θα βρω για τα αρχαία. Ναι καλά! Εντωμεταξύ στο Τομ  δεν τα είχε καταχωρημένα οπότε με το GPS δεν μπορούσα να πάω, καλό ψάξιμο λοιπόν. Στην πόλη δεν κυκλοφορούσε ψυχή, άσε που ήταν μια κακάσχημη τσιμεντούπολη χωρίς τίποτα να σου προσφέρει. Βρίσκω κάτι γιαγιάδες τσιγγάνικης καταγωγής, δεν κατάλαβαν τίποτα. 
Πετυχαίνω ένα νεαρό ζευγαράκι, ούτε αγγλικά ήξεραν, ουτε την τύφλα τους. Φτάνω σε ένα βενζινάδικο, ο βενζινάς γνώριζε μόνο να βάλει βενζίνη αλλά ευτυχώς, ο πελάτης με κατάλαβε και με πήρε από το χέρι για να με πάει στα αρχαία. 

Ακολουθώ το αμάξι βγαίνουμε από την πόλη κάνουμε κάποια χιλιόμετρα και φτάσαμε. Καλά μιλάμε ούτε αύριο δεν θα το έβρισκα! Παρκάρω το μηχανάκι πάω να μπω στο οίκημα και με λέει ο φύλακας

– Οχι από εδώ δεν είναι η είσοδος, από την άλλη πλευρά του οικοπέδου.

Κοίτα να δεις, τώρα που ήρθα θα πρέπει να φύγω! Fuck! Ξανανεβαίνω στο φειζερ,  αντε και καλό ψάξιμο πάλι. 
Με τρελή δυσκολία και ατελείωτα βρισίδια τα κατάφερα. Μπράβο μου! 
Βασικά δεν βρήκα την είσοδο αλλά το πάρκινγκ, Παρκάρω το φειζερ  αλλά δεν έβρισκα τα αρχαία, ούτε το γκισέ για να βγάλω εισιτήριο. Πλάκα με κάνετε εκεί που ήμουν στα αρχαία βλέποντάς τα, τελικά με διώξατε και με φέρατε εδώ που δεν έχει τίποτα παρά μόνο , το πάρκινγκ. 
Τι κόλπο είναι αυτό! Μα ιταλικό κόλπο... Φτάνεις στο πάρκινγκ και μετά παίρνεις ταξί με κόστος 3 € για να σε πάει στην άνω είσοδο του οικήματος έτσι ώστε, να έχεις μόνο κατάβαση στο δρόμο σου προς τα αρχαία.
 Αλλιώς  εκεί που ήμουν στην κάτω είσοδο θα επρεπε να ανηφορίσω 3 km για να δω τα αρχαία και μετέπειτα, θα έπρεπε να τα ξανά κατηφορίσω για να δω το φέιζερ…. Εξυπνο! Όπως καταλάβατε πήρα ταξί! Μέχρι στιγμής πάντως βρήκα τρεις εισόδους... Αλλά δεν βρήκα τα αρχαια. Θα τα βρω και αυτά, που θα μου πάει!

Με περνάνε από ένα ανιχνευτή μετάλλων, σαν και αυτούς που έχουν στα αεροδρόμια. Πληρώνω 10 € εισιτήριο και τον ρωτάω.

– Ένα χαρτη θα μου δώσετε;
– Δεν έχουμε χαρτη.
– WHAT
– Αν θες χαρτί αγόρασε από το μαγαζί με τα σουβενίρ.
– WHAT!!!

 Στράβωσα απίστευτα! Ρε τι μαφιόζοι είναι αυτή, εισιτήριο χωρίς χαρτη πρώτη φορά αγόρασα! Και φυσικά δεν θα ήταν η πρώτη φορά που αγόρασα χαρτη από μαγαζί με σουβενίρ. Ότι δω ρε!!

 

Στην περιήγηση μου στο οίκημα αλλάζει τελείως η ταξιδιωτική μου αναδρομή. Δεν ξέρω με έπιασε μια απίστευτη  απογοήτευση για την κατάντια του ελληνικού μας γένους. Στεναχωρέθηκα! Μα πως να μην στεναχωρηθώ αν βλέπω το μεγαλείο μας του τότε, με την καταντια μας του σήμερα.

 

 Πώς να μην σιχαθώ βλέποντας τις αρχιτεκτονικές μας δημιουργίες του παρελθόντος και να τις συγκρίνω με το τι βιώνω κάθε μέρα, συναναστρεφόμενος στην εργασία μου με τον νεοέλληνα της σημερινής εποχής. 

 

Εγώ είμαι ντελιβεράς καφετζής ( Στο στοιχείο μου). Κατά μειονότητα πάω καφέδες σε αυτούς που εργάζονται αλλά κατά πλειοψηφία, πάω καφέδες σε αυτούς που είναι στο σπίτι. Κυρίως σε φοιτητές στο μέλλον δηλαδή, του γένους μας. Πιθανόν σε μελλοντικούς ηγέτες πολιτικούς αρχηγούς, τα καλύτερα μυαλά αυτού του τόπου. Τους πηγαίνω σκέτο φραπέ τους πηγαίνω Νεες  χωρίς ζάχαρη, ένα ποτήρι γάλα. Ένα ποτήρι ζεστό νερό και ένα φακελάκι τσάι…ΚΑΘΕ ΜΕΡΑ!! ΔΥΟ ΚΑΙ ΤΡΕΙΣ ΦΟΡΕΣ ΚΑΘΕ ΜΕΡΑ!!!!  Κατω απο το σπιτι εχει καφετεριες, και εγω παω στον πρωτο οροφο τον καφε. Και ενα πακετο τσιγαρα, για να μην κουραστουν...

Με κοιτάνε οι μεγαλύτερης ηλικίας στο  ασανσέρ και κάνουν το σταυρό τους με εμένα, να κουνάω  επιδεικτικά το κεφάλι μου, χαμηλώνοντας το βλέμμα μου. Κάποτε χτιζαμε πολιτισμούς  και πλέον, είμαστε ανάξιοι ούτε ένα Νέες σκέτο να παράγουμε. Έλα μωρέ θα παραγγείλουμε!



Και όσοι αναρωτιούνται γιατί μας πηδάνε οι ευρωπαίοι εγώ λέω, καλά μας κάνουν!








Ήμουν που ήμουν σκατά πέτυχα και μία παρέα από αγγλίδες γκόμενές που κορόιδευαν, τα γεννητικά όργανα και έβγαζαν σελφι στο επίμαχο σημείο. Άλλο μεγάλο σίχαμα! 

 

Αλλά τουλάχιστον αυτές δεν παραγγέλνουν  φραπέ στο σπίτι. 


 
 

 


Από δύο υπεύθυνες του χώρου έμαθα ότι πολλα αγαλματα τα έχουν μεταφέρει στην Ρώμη. Έτσι κάνουν, ανά διαστήματα κάποια εκθέματα τα μεταφέρουν σε μουσεία και κάποια άλλα, τα επιστρέφουν στο φυσικό τους περιβάλλον. Βγαίνω και κοιταω το χαρτη της εξόδου με το περίγραμμα του οικήματος και βλέπω, ότι ξέχασα να δω τον Πεσμενο Ατλαντα ... FACK  


Ρωτώ στην υποδοχή που ηταν στην εξοδο του οικήματος,  που κοντά βρίσκεται το άγαλμα για να το δω. Καλά μιλάμε δεν κατάλαβαν τίποτα από ότι τους έλεγα. Αφου  δεν γνώριζαν αγγλικά πώς να καταλάβουν! Κάνεις στην Ιταλία δεν μιλάει αγγλικά ούτε, στα τουριστικά αξιοθέατα! Μεγάλα μοσχάρια!

Παω στο μηχανακι... Αφου παιδευτικά κανένα πεντάλεπτο στο αυτόματο μηχάνημα πληρωμών, μέχρι να μάθω πως λειτουργούσε...Πληρωνω 2 το πάρκινγκ... Και κάθομαι σε μία σκιά να μιλήσω στη γυναίκα μου.


 – Δες καρδιά μου κανένα ωραίο μέρος να μείνω το βράδυ.

– Περίμενε.

– Βρήκες τίποτα;

– Ψάχνω.

- Δες την  Sciacca

 – Που είναι αυτό;

– Πάνε στα παράλια της νότιας Σικελίας και τράβα, προς την Αμερική .

– Ωραία είναι.

– Άγγελε μου εσύ!

Φεύγω και εκεί που οδηγάω, με χτυπάει η κάμερα της τροχαίας μιας που ξεπέρασα το όριο. Ωρε  λες να μου έρθει κανένας ραβασάκι στο σπίτι, μέχρι στιγμής πάντως, όχι ευτυχώς. Πάντως γενικά έτρεχα αρκετά, πολύ πάνω από το μέσο όρο. Όχι του Φέιζερ με τα 143 αλογα,  άλλα του δικού μου! Δεν ξέρω γιατί, ίσως επειδή με πιέζει ο χρόνος. Ίσως επειδή γούσταρα! Ίσως επειδή η Σικελία απο θεμα οδηγικής συμπεριφοράς αλλά και αστυνόμευσης, θυμίζει πολύ την Ελλάδα και με έβγαινε, το ατίθασο στυλ οδήγησης.


Στο καπάκι περνώ μπροστά από ένα καταυλισμό προσφύγων κάπου στο πουθενά. Ήταν ένα παλιό οίκημα σαν εργοστάσιο με παλιά παράθυρα που απέξω, ήταν απλωμένες μπουγάδες. Και διάφοροι μελαμψοί τριγυρνούσαν απέξω στα χαμένα, με πολύ δύσκολες συνθήκες διαβίωσης.


Σούρουπο, δηλαδή κατά τις τέσσερις φτανω στην   Sciacca. Τώρα που θα μείνω! Παίρνω τηλέφωνο την Ανθή μπας και με βρει ξενοδοχείο. Μπα! Όλα αυτά εντωμεταξύ γινόταν γιατί, δεν είχα Internet στο κινητό. Έλα μωρέ περιπέτεια! Αν αναζητάς περιπέτεια με το booking στο χέρι και τελικά δεν τη βρίσκεις, δε φταίει το booking. Έβριζα βέβαια μιας και ήμουν κουρασμένος γιατί δεν είχα ξενοδοχείο, αλλά δεν μπορείς να τα έχεις και όλα!

Ξεκινώ οδηγάω στο κεντρικό δρόμο της πόλης, και πετυχαίνω ένα νεαρό ζευγάρι πάνω σε ένα παπί.


– Hotel
– Ελα.

Τον ακολουθώ, με λέει ότι το ξενοδοχείο είναι στον πεζόδρομο της πόλης και φυσικά, ότι απαγορεύεται να οδηγήσω εκεί. Χέστο ρε! Ανεβαίνω τον πεζόδρομο και να ψάχνω το ξενοδοχείο. Πάνω κάτω το ξενοδοχείο πουθενά Της μάνας σου! Είχα και το άγχος μην με γράψουν. Ρωτούσα να με έλεγαν από δω.

– Που ρε παιδιά!
– Εδώ.
– Που.
– Εδώ, με έδειχναν με το χέρι.
– Α.

Πάλι ίδια φάση με την Ορτυγία. Ρε βάλτε καμιά πινακίδα τζάμπα είναι! Πάω χτυπάω την πόρτα τίποτα. Κοιτώ μέσα για να είμαι σίγουρος ότι είναι ξενοδοχείο, δεν ξέρω μπορεί και να είναι. Ρώτω ένα περαστικό.

 – Ναι ξενοδοχείο είναι.

Ξανά χτυπώ τίποτα, ήταν κλειστό! Ρε μάγκα τι κατέβαζα! Φεύγω σφαιράτος από τον πεζόδρομο μην με σκίσουν. Ξαναρωτάω μου δείχνουν άλλο ξενοδοχείο που ήταν, μέσα σε μία μεσαιωνική πύλη. Κάνω σφήνες ανάμεσα από κάτι παρκαρισμένα αυτοκίνητα και παρκάρω  δίπλα από ένα τσόπερ.
Βλέπω το hotel μέσα σε ένα κατακόκκινο φωτισμό,  βλέπω και την πινακίδα για σιγουριά...  Και άνοιξε η ψυχή μου!! Μπαίνω μέσα με αέρα εκατο καρδιναλίων.

– Hotel.
– Ναι
– Δωμάτιο
– Οχι
– Γιατί ρε παιδιά είναι γεμάτο
– Οχι αδειο είναι άλλα αυτή την εποχή δεν λειτουργούμε.
- Fuck! ....Καλά σβήστε κανένα φως.
– Μήπως ξέρεις που θα βρω ξενοδοχείο;

Κοίταζε την ατζέντα του μπαίνει στο ίντερνετ και με τη βοήθεια του, μου περνάει  την διεύθυνση στον Τομ. Αυτά είναι!

– Αυτό θα είναι σίγουρα ανοιχτό
– Ευχαριστώ πολύ.

Περιπέτεια δεν ήθελες ρε Νίκο. Ορίστε!

Καλά μιλάμε ακόμα και τώρα να ήμουν στη Σικελία, το ξενοδοχείο αυτό δεν θα το έβρισκα. Ήταν σε ένα μικρό στενό κοντά στο λιμάνι της πόλης, τρέχα γύρευε δηλαδή!

– Δωμάτιο.
– 55.
– Μπαλκόνι.
– Ναι.
– Parking για το φειζερ
– Ναι.
– Το κέντρο είναι μακριά.
– Ναι.
– (Με φλασαρε , Τουλάχιστον ήταν ειλικρινής) Φέρτο.

Βάζω το Φέιζερ σε περιφραγμένο γκαράζ... Με το που το παρκάρω, κλεινη η γκαραζοπορτα και στέκομαι μπροστά από μια γυάλινη πόρτα και να προσπαθώ να την ανοίξω για να πάω μέσα στο ξενοδοχείο ΜΠΑ!!!! Να παιδεύομαι ΜΠΑ!! Ρε εδώ θα κοιμηθώ... ΜΕΧΡΙ ΠΟΥ ΤΕΛΙΚΑ ΤΑ ΚΑΤΑΦΕΡΑ!!!! Είχε ένα κουδούνι και σε άνοιγαν μέσα από το ξενοδοχείο..Ααα!!!!

 Παίρνω τα πράγματα  μου και ανεβαίνω στο δωμάτιο. 







Μου άρεσε γιατί ήταν και τεράστιο αλλά και ότι ήταν κτισμένο το ταβάνι του επικλινής, λες και ήταν σοφίτα. Αράζω ξεκουράζομαι, παιδεύτηκα κανένα πεντάλεπτο να κατανοήσω πώς ανοίγουν τα φώτα τοποθετώντας την ηλεκτρική κάρτα μέσα στην ειδική σχισμή. Βέβαια όπως καταλάβατε δεν τα κατάφερα και ρώτησα τη ρεσεψιόν. Ανεβαίνω πάνω ξανά προσπαθώ. Ρε στο σκοτάδι θα μείνω! Σκέφτηκα να ξανακατέβω κάτω αλλά ντράπηκα και με τα πολλά... Τα φώτα άναψαν! Αποσύνδεσα  κάτι μπρίζες για να φορτίσω το κινητό, παραλίγο να έριχνα την τηλεόραση... Μέχρι που πήρα την απόφαση να φύγω γιατί δεν με έπαιρνε αλλό αλλα και γιατί, την μαλακία δεν θα την γλίτωνα!

– Πώς είναι ο πιο γρήγορος τρόπος να πάω στο κέντρο.
– Περπάτα προς τα  επάνω και θα δεις σκαλές, πολλές σκαλές και όταν της ανέβεις έφτασες στην πλατεία. 

Το πολλές σκάλες με προβλημάτισε να πω αλλά και τι να κάνω, σάμπως ειχα αλλη επιλογή. Φτάνω, ρε μάγκα τι γάμησα! Που θα ανέβω το Σινικό τείχος... 

 


Βογκώντας ανέβαινα, είδα τα τσογλάνια της πόλης αφρικάνικής καταγωγής που κάναν τσιγάρα και πίναν μπύρες με εμένα αγκομαχώντας, να προσπαθώ να βγάλω φωτογραφίες και να ανέβω στο Έβερεστ. Δεν φοβήθηκα όμως. Στην Ελλάδα πιθανόν να φοβόμουν αλλά στο εξωτερικό όχι. Μάλλον τελικά η αιτία του του φόβου είναι οι δικές μας παλαιολιθικές αντιλήψεις και όχι, καθεαυτού ο κίνδυνος. 
Φτάνω στην πλατεία, εντάξει δεν ήταν και κάτι το ιδιαίτερο. 

 

 

 

 

Περπάτησα αρκετά περισσότερα όμως έκατσα σε ένα παγκάκι και χάζευα, τους ιταλούς που βόλταραν στην πόλη τους απολαμβάνοντας μία ξένοιαστη νύχτα. 
Οικογένειες παιδιά κάγκουρες πιπίνια, είχε απ' όλα. Εγώ έπινα καφέ και σαν παρατηρητής αναλογιζόμουν ότι τελικά, όσοι λένε ότι ζούμε στην πιο όμορφη χώρα του κόσμου, ίσως και να έχουν δίκιο. Δεν μιλάω για την φυσική ομορφιά του τόπου αλλά για τις πόλεις καθεαυτές. 

Εντάξει όταν Ταξιδεύεις χωρίς συγκεκριμένο πλάνο και χωρίς ιδιαίτερη μελέτη το που θα πας και τι θα δεις στον τόπο που θα επισκεφθείς εκεί σίγουρα τα αρνητικά του οτι δηλαδή, πιθανόν ο δρόμος του ταξιδιού να σε οδηγήσει σε μία πόλη χωρίς το παραμικρό τουριστικό ενδιαφέρον και να μην έχεις να δεις τίποτα, ούτε να αναπολείς και να θυμάσαι τίποτα. Δηλαδή ουσιαστικά να σου προσφέρει ένα κούφιο βράδυ. Αλλά έχει και το θετικό το πως τελικά,  ζουν αυτοί οι άνθρωποι στις όχι πρωτοκλασάτες και τουριστικές πόλεις, γιατί και στην Ελλάδα δεν ζουν όλοι στη Μύκονο και στη Σαντορίνη. 
Η επιλογή της πόλης που επέλεξα ήταν ότι ήταν παραθαλάσσια και ότι φυσικά, βρισκόμουν σε νησί. Και ήταν πιο άσχημη από αρχιτεκτονικό ενδιαφέρον από οποιοδήποτε πολη που θα επέλεγα στην Ελλάδα θέτοντας, τα ίδια κριτήρια. Εντάξει εμείς μπορεί να είμαστε πρωταθλητές στα σκουπίδια και στη βρώμα αλλά από φυσικό κάλος γραφικότητα κοσμική ζωική διασκέδαση είμαστε, πολύ μπροστά. 
Εμείς μπορεί να μη το αντιλαμβανόμαστε αυτό γιατί εδώ ζούμε αλλά οι ξένοι, κάνοντας αυτόματα σύγκριση με τον τόπο που προέρχονται μένουν σύξυλη από τις ομορφιές και τη γενική κουλτούρα της χώρας μας. Εμείς μετέπειτα απορούμε γιατί οι ξένοι ενώ έχουν το χρόνο και το χρήμα να πάνε σε οποιαδήποτε μέρος του πλανήτη να επισκεφτούν, επιλέγουν την Ελλάδα. Αλλά εγώ λέω ότι τελικά, μάλλον οι ξένοι ξέρουν το γιατί.

Αν είχα τουριστικό πρακτορείο θα έλεγα... Έχεις μία εβδομάδα διακοπές και θες να πας στην Ελλάδα, ωραία πάρε ένα τσουβάλι χάπια και θα έχεις εικοσιτετράωρη διάρκειας διακοπές και μόλις επιστρέψεις, θα κοιμάσαι μία εβδομάδα. Θες να πας στο εξωτερικό, χάπια δεν χρειάζεσαι και μόλις επιστρέψεις, την άλλη μέρα θα πας στη δουλειά.

Ανεβαίνοντας τα σκαλοπάτια ήμουν ψηλά και έβλεπα το λιμάνι και ένα άλλο κοσμικό κολπίσκο να το πω, να χάνεται κάτω από τα πόδια μου και τα φώτα του, να δίνουν χρώμα στο σκοτάδι. Βρε λες εκεί να είναι καλά.
Αφού προσανατολίστηκα το πώς να πάω, γύρισα στο ξενοδοχείο και ρώτησα αν είναι επικίνδυνα να περπατήσω μέσα από το λιμάνι για να πάω στο κολπίσκο.

-   Όχι. 

 

 

 

 

Φτάνω στο κοσμικό θέρετρο όπως τουλάχιστον το οραματιζόμουν και τη αντικρίζω. τρεις τέσσερις  παρακμιακές καφετέριες να μην έχουν ψυχή. Δυο τρεις  τεράστιες ταβέρνες να έχουν μέσα από μια  δύο παρέες. Λάσπες χώματα σκουπίδια στο δρόμο, αφού έκανα σλάλομ για να πάω από τη μία πλευρά του πεζοδρομίου στην άλλη. Μια τεράστια αθλιότητα.

 Μόνο ένα μαγαζί ήταν γεμάτο, μπαίνω μέσα και έπαθα σοκ. Ήταν ένας τεράστιος χώρος χωρισμένος σε ενότητες όπου ένα κομμάτι του λειτουργούσε σαν μπαρ, παραδίπλα ήταν sports καφέ. Ένα άλλο κομμάτι ήταν γεμάτο μπιλιάρδα νταρτς, μεγάλα ηλεκτρονικά παιχνίδια που λειτουργούσαν με κέρματα και γενικά, παιχνίδια λούνα-παρκ. Και πίσω ήταν τα φρουτάκια.

Μου θύμισε πάρα πολύ τους πολύχώρους που υπήρχαν στην Ελλάδα πριν 25 και βάλε χρόνια. Τι αποφάσισες να πας στο εξωτερικό διακοπές, άσε τα χάπια για αυτούς που θα πάνε Ελλάδα!

Και οι θαμώνες του μαγαζιού Ήταν πιτσιρίκια 15 έως 20 χρονών οι αλητάμπουρες   της περιοχής,  να με κοιτανε  ως το μεγαλύτερο χούφταλο που εισέβαλε ποτέ στο χώρο τους.

 

Αφού έφυγα προσπάθησα να βγάλω φωτογραφίες με τη μηχανή κλασικά, να με σπάει τα νεύρα και γύρισα στο ξενοδοχείο.

Μίλησα με τη γυναίκα μου στο Skype.

 – Νίκο κάτι έκανες και άλλαξες λογαριασμό στο Google.
– Άσε με ρε Ανθή που ξέρω εγώ απ' αυτά.

Τώρα γιατί του αναφέρω, γιατί αυτός ήταν ένας ακόμα λόγος που αύριο θα γίνει το πιο απίστευτο σκηνικό όλων των εποχών που μου έχει συνέβη σε ταξίδι. Μιλάμε δεν υπάρχω! Έφαγα οσμίζοντας  την αύρα της θάλασσας.



Πάντα ακούγοντας μουσική μέχρι που αποφάσισα να κοιμηθώ.

Βέβαια στην διάρκεια της βραδιάς επειδή κουράστηκα με την αβεβαιότητα των διανυκτερεύσεων μου, έκλεισα και ένα γαμάτο ξενοδοχείο στο Cefalu  έχοντας μπροστά μου όλη τη θάλασσα. Να γουστάρω ρε!. 





ΑΝΑΚOIΝΩΣΗ      ΤΙΤΙΒΙΣΜΑΤΑ ALERT

Με το που ανέβασα την πρώτη μέρα του ταξιδιωτικού, έγινε ένα μπέρδεμα στην δουλεία με τα μεροκάματα και τα ρεπό, και με πήραν τηλέφωνο αν θέλω να πάρω κάποιες μέρες αδεια…
Φυσικά και θέλω!!!! Οποτε  την Δευτέρα παίρνω πενθήμερη αδεια για Τιτιβίσματα Ελλάδος με σκηνή και ότι προκύψει … Βεβαία επειδή ανέβασα το ταξιδιωτικό προτού την αδεια και επειδή φοβήθηκα τον Πασχάλη μην έρθει και με δώσει κανένα ΚΡΟΣΕ μετά από τόσο πρήξιμο και κράξιμο που με έριξε για να γράψω επιτέλους αυτό το ταξιδιωτικό… ΤΟ ΑΝΕΒΑΣΜΑ ΤΟ ΠΗΓΑ ΓΑΜΙΟΝΤΑΣ!! Για να φτάσω τουλάχιστον στην αυριανή μέρα αφήγησης που είναι ΕΠΙΚΗ!!! Και να κλείσω έτσι το πρώτο σκέλος του ταξιδιωτικού, για να πάω διακοπές και να το συνεχίσω από το επερχόμενο σαββατοκύριακο… 


28 - 11 - 2017 ΗΜΕΡΑ 6

Ξυπνάω το πρωί και πάω κλασικά για πρωινό. 


Δεν είχε μεγάλη ποικιλία αλλά δεν με πολύ ένοιαξε, γιατί ήμουν φαγωμένος από το βράδυ. Το μόνο που με ένοιαζε, ηταν να πάω κάπου έξω να καπνίσω με το πρωινό μου καφέ και μιας, που δεν είχε πουθενά τραπέζια...


Παγκάκι λοιπόν... Μιλάμε, δεν τους λέρωσα τραπέζι!

 Πάω στο φειζερ να φορτώσω τα πράγματα.


Και αφού μάζεψα την αυτοσχέδια κουκούλα για να μην έχω από την υγρασία, αλλά στο δρόμο... Ξεκίνησα.
Σήμερα το πρόγραμμα έλεγε να πάω στο Κορλεόνε. Είχα τρελό κόλλημα να πάω εκεί λόγω της ταινίας, παρότι γνωρίζα ότι τα γυρίσματα της δεν είχαν γίνει εκεί αλλά σε κάποια άλλα, ορεινά χωριά της Σικελίας. Και τι έγινε!! Η όλη ιστορία όμως της, πηγάζει από αυτήν την πόλη. Και αν είσαι σινεφίλ, το θεωρώ μεγάλο ατόπημα να πας στην Σικελία και να μην πας στο Κορλεόνε.

 Όσους ιταλούς ρώτησα, ούτε που είχανε πάει αλλά και με έλεγαν, τι να πάω να κάνω εκεί αφού, δεν ήταν τουριστικό μέρος. Χέστηκα για το τουριστικό, εγώ θα πάω.

Πέτυχα πολλούς ιταλούς μηχανόβιους με SuperSport δείγμα, ότι έκανα καλή επιλογή διαδρομής. Έπιασα μικρούς επαρχιακούς δρόμους όπου χωρούσαν μετά βίας δύο αυτοκίνητα αν συναντιόντουσαν, κάπου στην πορεία του ταξιδιού.
Όπου με πήγαινε ο Τομ οδηγούσα,  μία με έχωνε μέσα σε πυκνές φυλλωσιές δέντρων μία, με τραβολογούσε από κατακίτρινα βουνά μέσα σε φιδίσιους δρόμους. Ο ήλιος ήταν κόντρα με τύφλωνε και δυσχέραινε την οδήγηση αλλά ταυτόχρονα, μου αναιρούσε και τις όποιες βλέψεις να σταματήσω για φωτογραφίες. Καλύτερα, όποτε μου έμενε μόνο η απόλαυση του δρόμου.
Η άσφαλτος ήταν άθλια γεμάτοι λακκούβες αλλά και το χειρότερο, ήταν όλο αυλακώσεις που ήθελαν μεγάλη προσοχή για τα πατήματά του φέιζερ. Ζοριζόμουν αλλά πήγαινα και σκεφτόμουν, ότι με νεροποντή και μηδενική ορατότητα του δρόμου, είναι πραγματικά επικίνδυνα να οδηγήσεις σε εκείνα τα μέρη.,, Τουλάχιστον για εμένα!
Φτάνω στο Κορλεόνε και έκανα αμάν να βρω το κέντρο. Αφού έκανα 3 - 4 αναστροφές θανάτου μέσα σε πολλά βρισίδια, φτάνω μπροστά στο δημαρχείο, ή κάτι τέτοιο τέλος πάντων. Ρωτω τον φύλακα αν μπορώ να παρκάρω και μόλις μου δίνει το OK, επιτέλους άραξα.

Σαν πόλη ήταν άθλια  μόνο μέσω ψυχιατρικής υποστήριξης θα μπορούσες να μείνεις εκεί. 



Η πόλη ήταν χτισμένη πάνω σε βουνό οπότε όπως καταλάβατε, είχε ανηφόρα το πράγμα! Μπήκα σε ένα τοπικό μπακάλικο και αγόρασα νερό να είμαι έτοιμος για ορειβασία. Στην εξευτελιστική τιμή των 40 λεπτών τα 2L και στην εθνική για το ίδιο μπουκάλι θα πλήρωνες δυόμιση ευρώ. Μας τον φορμάρουν κανονικά!


Φτάνω σε μία διχάλα που η μία κατεύθυνση του δρόμου οδηγούσε σε ένα εθνικό πάρκο όπου είχε και καταρράκτη. Ξεκινάω χώνομαι σε στενάκια και αρχινάω να σφίγγομαι αν θα ξαναβρώ το δρόμο για το μηχανάκι. Έχουμε και αυτό!


Πετυχαίνω δύο εργάτες και τους ρωτάω για τον καταρράκτη. Μιλάμε για συνεννόηση αίμα δάκρυα και ιδρώτας! Με τα πολλά τα πάρα πολλά, έμαθα ότι ο καταρράκτης είναι κοντά. Ευτυχώς!!!  

Βάζω ο πανέξυπνος σημάδι τους εργάτες για να βρω το δρόμο της επιστροφής, και ξεκίνησα. Ευχόμενος να μην φύγουν οι εργάτες γιατί ούτε και εγώ, δεν θα έφευγα από το Κορλεόνε.


Φτάνω στο δασύλλιο και αρχινάω να ακολουθώ χωμάτινα μονοπάτια που σιγά-σιγά εξελίχθηκαν σε δασικά κατσάβραχα. Αγχώθηκα φυσικά μην χαθώ και με φαν οι λύκοι, αλλά πήγαινα. 



 



 



Φτάνω στη μία και μοναδική διχάλα που συνάντησα και ακούγοντας την βοή του νερού, πήρα την κατηφορική διαδρομή μέχρι που έφτασα... Σε ένα πανέμορφο μέρος



 





Έκανα κάτι καταδρομικές μια κατηφορίζοντας προς τη μικρή παραλία. 






Μία σκαρφαλώνοντας στα κοτρόνια για να έχω καλύτερη οπτική του καταρράκτη.


Άραξα έκανα κάποιά τσιγάρα ήπια καφέ, μέχρι που αποφάσισα να φύγω.

 

 

 Γυρνώντας φτάνω στη διχάλα την προσπερνάω, περπατάω κάποια μέτρα... Ρε μάγκα αποδώ ήρθα!!!!! ΩΧ χάθηκα! Με έπιασε πανικός! Ρε λες στην διχάλα να έστριψα λάθος, σκέφτηκα! Αλαφιασμένος γυρνάω πίσω, παίρνω την άλλη διαδρομή της διχάλας και δραπέτευσα από τη ζούγκλα. 
 
 
Σε μένα ρε! Σιγά να μην προσανατολιζόμουν.

Βέβαια ότι μόνο σε μία διασταύρωση χάθηκα και παραλίγο να έπαιρνα τηλέφωνο το ιταλικό ΕΚΑΒ, είναι μια άλλη ιστορία. Το δασύλλιο είχε και άλλες διαδρομές εγώ βέβαια, ήμουν ήδη φρικαρισμένος και φαντασιωνόμουν  ελικόπτερα να τριγυρνάνε στην περιοχή και να αναζητάν  έναν κάπως, ιδιόρρυθμο τουρίστα. Αλλά πήγα! Και ο θεός μαζί μου.

Βρε ευτυχώς που ήταν άσφαλτος αλλιώς σιγά να μην πήγαινα. Ανηφόριζα έναν δρόμο μέσα σε ένα φαράγγι, με τα βράχια των βουνών να κυκλώνουν την άσφαλτο και να σκεπάζουν τον ήλιο. 

 

Μέχρι που έφτασα σε μια εκκλησία με όλο το Κορλεόνε να απλώνεται κάτω από τα πόδια μου.


Εκεί κατάλαβα ότι πραγματικά, έριξα πολύ περπάτημα. Ευκαιρία λοιπόν να ρίξουμε και λίγο ακόμα. Ξεκινάω για πίσω, με μεγάλη μου ικανοποίηση βλέπω τους εργάτες σημαδούρα να είναι ακόμα εκεί. Ευτυχώς γιατί αλλιώς, θα έβρισκα το φέιζερ, μόνο με ταξι!!

Περπάτησα αρκετά τριγύρισα και άλλο μέσα στην πόλη. Μπήκα μέσα σε ένα συνοικιακό μπακάλικο αγόρασα λίγο ψωμί και συσκευασμένα σαλάμια για να φάω. Εκεί ήταν μία ηλικιωμένη γιαγιά, κάτι έλεγε στα ιταλικά με τον πιτσιρικά υπάλληλο και αυτός, στο χαβαλέ… Την χαστούκισε! Μιλάμε κοκάλωσα! Αυτοί γελούσαν αλλά εγώ, Έμεινα κάγκελο.
Ρε εδω θα μας σφάξουν στο χαβαλέ! 

Πάντως αυτό θεωρώ ότι αναδεικνύει την οικειότητα και τους οικογενειακούς δεσμούς, που έχουν εκεί οι άνθρωποι. Αισθανόμουν ότι βρισκόμουν στην Ελλάδα μιας παλαιότερης και φυσικά, καλύτερης εποχής.
Αφού τα τσάκισα, ξανά περπάτησα αναζητώντας από κανένα βιβλιοπωλείο αυτοκόλλητο για το μηχανάκι. Δεν βρήκα πουθενά.

Μπήκα μέσα σε ένα καφέ παλιού ιταλικού μαφιόζικου στιλ. Όπου παντού στους τοίχους είχε κάδρα με φωτογραφιες, του Μαρλο Μπράντο του Πατσίνο και του Ντενίρο αποσπασμένες από τις ταινίες. Μου άρεσε μιας και σε μετέφερε σε κάποια άλλη εποχή! Αλλά μιας που και το φειζερ με περίμενε, για να μεταφέρει κάπου αλλού στην Σικελία, έφυγα! Βασικά αν μπορούσα να καπνίσω μέσα θα καθόμουν, αλλά αν καπνίζεις όσο και να σε αρέσει, δεν κάθεσαι!
Και έφυγα αφήνοντας το Κορλεόνε με όλους τους μύθους και όλες τις ιστορίες που το αναδεικνύουν μέσα στα χρόνια... Για πάντα πίσω μου! 

Ο δρόμος σκαρφάλωνε μέσα από βουνά και εγώ όπου το έκρινα απαραίτητο, χτυπούσα έναν καφέ...



Χαζεύοντας το τοπίο...



Με συντροφιά την καλύτερη παρέα...



Είδα χώρια στον δρόμο μου...


Ανηφόρισα πάνω σε ενα βουνό και αγνάντεψα την θέα...





Και μετέπειτα κατηφορισα προς την θαλασσα...

 


Η διαδρομή ήταν γαμάτη και σκεφτόμουν ότι μάλλον αύριο,  Θα πρέπει να αφιερώσω την ημέρα μου διασχίζοντας τα δύο εθνικά πάρκα που έχει η βόρεια Σικελία, πηγαίνοντας προς το λιμάνι για να ξαναπατήσω τις ρόδες μου στην Ιταλία. Μα αφού τώρα ήμουν στη Σικελία, άλλο Σικελία άλλο Ιταλία δεν το λέω εγώ, οι ιταλοί το λένε.

Μια ψιχάλιζε μια όχι, με το που φτάνω όμως στο Cefalυ άρχισε να ρίχνει καρέκλες. Ψάχνω το ξενοδοχείο βάσει τού Τομ, με χώνει σε κάτι μικρά στενάκια και πάει να με κατευθύνει μέσα από μία πάρα πολύ μικρή πάροδο που ακριβώς από μπροστά, είχε ένα παρκαρισμένο αμάξι φράζοντας την είσοδο του μικροσκοπικού δρόμου.
Έβρεχε, παρκάρω το φειζερ και ρωτάω σε ένα μαγαζί αν ξέρουν πού είναι το στενάκι.

– Όχι.

Κοιτάω το GPS έγραφε ότι το στενό είναι στα 50 μετρα. Ρε πλάκα με κάνετε, απέχω 50 μετρα από το ξενοδοχείο και έχω γίνει μούσκεμα ψάχνοντας, το στενό του ξενοδοχείου! Σε μένα ρε θα πάω με τα πόδια. Τα παρατάω όλα πάνω στο φειζερ μπαίνω στην πάροδο με τα ποδάρια, ο Τομ μου έλεγε τα δικά του ότι τα κατάφερα, αλλά εγώ να μην μπορώ να βρω την πανσιόν. 

Εντωμεταξύ ο πανέξυπνος δεν είχα γράψει το ακριβές νούμερο του δρόμου που ηταν το ξενοδοχειο στο GPS αλλά το είχα μαρκάρει, απλώς ως τοποθεσία. Και φυσικά, δεν είχα σημειώσει ούτε πως λέγεται άλλα Ούτε κάποιο τηλέφωνο να συνεννοηθώ. Έλα μωρέ σιγά θα το βρω, πέντε σπίτια είναι όλο κι όλο!!!!

Κάνω πάνω κάτω το δρομάκι πανσιόν πουθενά. Ξανά και ξανά τίποτα! Κοιτούσα απ' τα θυροτηλέφωνα δεν έγραφε τίποτα. Βαρούσα κουδούνια μπας και ξέρει κανείς τίποτα... ΜΕ  ΒΡΙΖΑΝ ΑΛΛΑ ΤΙΠΟΤΑ
Βρίσκω ένα σπίτι που έμοιαζε σαν πανσιόν, βαράω κουδούνι βγαίνει το παλικάρι.

– Hotel.
Όχι ρε φίλε εδώ είναι το σπίτι μου.
– Α (Μαλακία έκανα!!!) Μήπως ξέρεις που έχει εδώ μια πανσιόν.
ΌΧΙ.

Και το καλύτερο, κάθε φορά που περνούσα μπροστά από το μαρκαρισμένος σημείο της τοποθεσίας που είχα ορίσει στο GPS, αυτο μου έλεγε.. Συγχαρητήρια μόλις φτάσατε στον προορισμό σας. Έφευγα, έβριζα ξαναπερνούσα από εκεί... Συγχαρητήρια μόλις φτάσατε στον προορισμό σας! ΡΕ ΜΕ ΚΟΡΟΙΔΕΥΕΙ ΤΟ GPS !!! Kοίταξε να δεις που τελικά, όλοι μας πήρανε χαμπάρι!!!

Ρωτάω μια κοπέλα αν ξέρει τίποτα. Μπα!!!  Ρε αόρατή πανσιόν έκλεισα! Άντε εγώ είμαι πυροβολημένος, αλλά να μην ξέρει κανείς γείτονας την πανσιόν σε ένα στενάκι με τα βίας, 50 μέτρων... Βρήκα και έπεσα ένα Πράγμα!

Τώρα τι να κάνω. Βγαίνω από την πάροδο και στα 20 m είχε άλλο hotel, βαράω κουδούνι, κλασικά τίποτα! Εκείνη την ώρα κατέβαινε ένας κύριος, τον ρωτάω αν ξέρει τίποτα για τα δωμάτια.

– Ναι ο αδερφός μου τα έχει, απ' ότι ξέρω κάνουν 120 € και είναι για τρία άτομα.
– No πολύ ακριβά.
– Κάτσε να πάρω τηλέφωνο…. Τηλεφωνεί….  Μου το αφήνει 50 €.
– Βλέπει θάλασσα.
– Όχι αλλά έχει ταράτσα που έχεις καταπληκτική θέα.
– (Το σκέφτομαι) Οχι! ( Βαριόμουνα να ανεβενο στην ταράτσα, ε ναι ταλαιπωρία να βγάζω! Ήθελα θάλασσα ΡΕ!)

Του είπα φυσικά όλη την ιστορία με το αόρατο ξενοδοχείο και μου λέει.

– Αν δεν βρεις  το ξενοδοχείο θα έχεις χρεώσεις μέσω του ίντερνετ.
— Σωστά. ( Εντωμεταξύ εγώ δεν είχα πληρώσει τίποτα, αφού είχα κάνει δωρεάν προκράτηση. Αλλά το έπαιξα χαζος) Εχεις δίκιο, αλλά δεν έχω ίντερνετ ρε γαμώτο, μήπως έχετε Wi - Fi
– Μισό λεπτό. (Παίρνει τον αδερφό του τηλέφωνο και μου δίνει το Wi - Fi. Τι να λέμε τώρα!)
– Ευχαριστώ πολύ! Αν δεν το βρω εδώ θα μείνω. ( Αποκλείεται,  ΕΓΩ ΗΘΕΛΑ ΘΑΛΑΣΣΑ ΡΕ!!!)
Μπαίνω από το  Wi - Fi Του ξενοδοχείου για να βρω ,το αόρατο ξενοδοχείο. Κάνω login στο Βooking και να μην μου εμφανίζει τίποτα. FACK! Κάτι έκανα εχθές και είχα αλλάξει τους λογαριασμούς. Θυμάστε...
Τώρα από ποιο λογαριασμό έκανα κράτηση. Και ποιος είναι ο κωδικός. Μπουρδουκλώθηκα!!! Ρε κοίταξε να δεις πως μπλέκει κανείς!!!  Βρεχόμουν έβριζα, καλά μιλάμε και τι δεν έριχνά, αλλά γελούσα και ταυτόχρονα! Νίκο συγκρατήσου θα το βρεις!

Μου έρχεται μια φλασιά κάνω login και το βρίσκω… ΝΑΙ ΡΕ ΜΑΓΚΑ ΤΑ ΚΑΤΑΦΕΡΑ!!!! ΣΕ ΜΕΝΑ ΡΕ!!! ΜΑΣΑΗ Η ΚΑΤΣΙΚΑ ΤΑΡΑΜΑ!!!
Παίρνω τηλέφωνο σε ψηλό έξαλλη κατάσταση, απαντάει

– Ναι γεια σας έχω κάνει κράτηση για ένα δωμάτιο.
– Σοβαρά!! Ακόμα δεν μου ήρθε καμία ειδοποίηση από το Βooking.
– ( Καλά τι μοσχάρι είναι αυτό!  ΠΛΑΚΑ ΜΕ ΚΑΝΕΙΣ!!!!) Μα έκανα, εχθές το βράδυ. Ελάτε είμαι απέξω και δεν σας βρίσκω!
– ΧΙΛΙΑ συγνώμη! ΧΙΛΙΑ συγνώμη, έρχομαι σε πέντε λεπτά.
– ( ΠΑΛΙΟ ΓΙΔΙ ΜΕ ΞΕΣΚΙΣΕΣ!!!!) Σε περιμένω! (Μιλάμε μόνο που δεν τον έδειρα από το τηλέφωνο)

Πάω στο στενό και περιμένω. Περιμένω τίποτα! Τον ξαναπαίρνω τηλέφωνο

– Ερχομαι σε τρία λεπτά. ΧΙΛΙΑ συγνώμη!
– ( ΓΙΔΙ!!!) Σε ποιο νούμερο είστε.
– Στο 39.

Περπατάω προς το 39 και αρχίσανε να με μπαίνουν ψύλλοι στ' αυτιά... Ρε τι 39 σε αυτό το κωλοστενό. Κοίταξε να δεις που έκανα μαλακία! ΜΕΓΑΛΗ ΜΑΛΑΚΙΑ!!!!!!!
Φτάνω στο τέλος του δρόμου τα σπίτια πήγαιναν μέχρι το 25 και ο Τομ  με έπρηζε. ΣΥΝΧΑΡΗΤΗΡΙΑ ΜΟΛΙΣ ΦΤΑΣΑΤΕ ΣΤΟΝ ΠΡΟΟΡΙΣΜΟ ΣΑΣ!!! ΣΚΑΣΕ ΚΑΙ ΕΣΥ!!!
Κοίταξε να δεις που έκανα ΧΟΝΤΡΗ ΜΑΛΑΚΙΑ!!!  Κοιτάζω πιο προσεκτικά την κρατήσει από το κινητό. ΩΧ!!!!
Χτυπάει το τηλέφωνο, ΩΧ!!! Δεν το σηκώνω, ξαναχτυπάει δεν το σηκώνω! Ξανά και ξανά μέχρι που πολύ Διστακτικά το σήκωσα.

– Ναι είμαι απ' έξω από το δωμάτια που είστε... Έρχεστε.
– Συγνώμη το ξενοδοχείο σας που βρίσκεται.
ΤΙ!!
– Πού βρίσκεται.
– Μα στο 39.
– Ναι αλλά σε ποια πόλη.
ΤΙ!!!
– Ναι σε ποια πόλη.
– Στην Οχρίδα.
– ( ΟΥΠΣ!!!!) Δεν είναι στη Σικελία.
– Όχι.
— ( ΟΥΠΣ!!!) Λάθος! Και το κλείνω.

Εντάξει ρε παιδιά μπερδεύτηκα λίγο. Συμβαίνουν αυτά. Σιγά! Ήμουν στη Σικελία δεν έβρισκα το ξενοδοχείο Και πήρα τηλέφωνο ρίχνοντας μπινελίκι  τον ξενοδόχο που ήταν στην Οχρίδα. Σιγά! Τον έφερα από το σπίτι του για να με βρει, και εγώ ήμουν στη Σικελία. Σιγά! Απλές καθημερινές καταστάσεις. Φαντάζομαι ότι μπορεί να συμβεί στον καθένα.

 




 ΡΕ... ΜΗΠΩΣ ΞΕΡΕΤΕ ΕΣΕΙΣ ΠΟΥ ΕΙΝΑΙ ΤΟ ΞΕΝΟΔΟΧΕΙΟ


Δύο μέρες γελούσα. Περπατούσα οδηγούσα και γελούσα, για τον ξενοδόχο δεν ξέρω! Τι λέτε, αυτό το μικρό συμβάν να το αναλύσουμε και αλλο,,,· Οχι μωρέ δεν αξίζει! Ας συνεχίσουμε την ιστορία.

Ξενοδοχείο τώρα που θα βρω. Βασικά βρήκα, αλλά ήταν στην Οχρίδα. Τι να πεις, γκαντεμιά! Στο κεντρικό στενό που ήμουν είχε πάρα πολλά νοικιαζόμενα δωμάτια αλλά δεν έβλεπαν θάλασσα, Θέλω θάλασσα ΡΕ!!!.
Ε πήρα το φειζερ και έφυγα προς αναζήτηση ξενοδοχείου. Οδηγώντας στα 200 m βρίσκω άλλο ξενοδοχείο μπροστά στη θάλασσα, αλλά βαριόμουν να ξανακατέβω από το μηχανάκι. Τι αυτή τη δουλειά θα κανω, ανέβα κατέβα από το φέιζερ... ΧΕΣΤΟ!

Ψάχνω ψάχνω, βρίσκω κάποια ξενοδοχεία ήταν κλειστά. Ρωτάω κάτι παλικάρια σε μια καφετέρια με κατατοπίζουν το πώς να πάω, και ξεκινάω. Είχε νυχτώσει σχεδόν και έπρεπε να ανάψω τα φώτα από το φέιζερ, ωχ! Πάω σε ένα κυριλέ ξενοδοχείο που νοίκιαζε bungalows,


- 120 €

-  Γεια σάς !


Πάω σε κάτι αλλά ήταν και αυτά κλειστά. Βρίσκω αλλο..


- 70

- Γεια σας.


 Ανεβαίνω προς τα κεντρικό δρόμο της πόλης μέσα από μία ανηφόρα θανάτου και βλέπω, πινακίδα προς το πάρκινγκ ενός ξενοδοχείου. Παρκάρω μπροστά στην μπάρα και πάω παραδίπλα να ρωτήσω για δωμάτιο. Βγαίνει μια γιαγιά από το μπαλκόνι και με κοιτάει με απορία.


 – Hotel

–??

– Hotel… Hear hotel!

–??


Μου έλεγέ κάτι στα ιταλικά, δεν κατάλαβα Χριστό. Ρε που είναι το ξενοδοχείο! Άντε πάλι τα ίδια. Τελικά μήπως  με χαλάνε οι διακοπές…

Ενώ ήμουν μπροστά στην μπάρα από το πάρκινγκ του ξενοδοχείου ψάχνοντας το ξενοδοχείο, σκάει μύτη ο παρκαδόρος. Ωραία είμαστε σε καλό δρόμο. Βρήκαμε το πάρκινγκ τον παρκαδόρο τι έμεινε, μα φυσικά το ξενοδοχείο… Mια τόσο δα μικρή αλλά και τόσο σημαντική... ΛΕΠΤΟΜΕΡΕΙΑ
– Ενοχλείς μου λέει.
– Hotel
– Εδώ δεν είναι hotel αλλά το πάρκινγκ.
– Το κατάλαβα.
– Το hotel είναι 100 m πιο εκεί.
— (Είδατε αμέσως να με  κακολογείσετε.) Λεφτά
. – 100.
- Θα το σκεφτώ.

Το ξενοδοχείο  ηταν αριστερά στον κεντρικό δρόμο εγώ, έστριψα δεξιά. Άλλη ανωμαλία κι αυτή. Κάνω 50 m και βλέπω Bed and Breakfast, εδώ είμαστε. Κατηφορίζω στην αυλή παρκάρω, ανεβαίνω κάτι σκάλες και κατι οροφους, δεν είχε ψυχή. Στον τρίτο όροφο ανοίγω μία πόρτα και μπαίνω μέσα σε ένα λογιστικό γραφείο… Τι έγινε πάλι ρε παιδιά!!! Αυτή με κοιτάνε σαν εξωγήινο και εγώ σαν γηινους.

– Hotel
– Yes
– Αμην… Money.
– 50 NO breakfast.

Πρώτη φορά πήγα στη ζωή μου σε Bed and Breakfast χωρίς, breakfast. Εντάξει  εδώ αναστάτωσα τη μισή Μεσόγειο για να βρω ξενοδοχείο, αυτό θα μας πείραζε.

– Θέα έχει, μπαλκόνι
- Ναι
- Ωραία φέρτο.

Το δωμάτιο δεν έλεγε τίποτα, είχε ναι μεν σχετική θέα αλλά το μπαλκόνι ήταν μικρό και δεν μπορούσα να κάτσω έξω. Τέτοια ώρα τέτοια λόγια. Δεν είχα το ψυχικό σθένος να ψάξω για κάτι καλύτερο, προτιμούσα να ξεκουραστώ λίγο και να αξιοποιήσω τις λιγοστές μου ώρες στο Cefalu  εξερευνώντας το, παρά ψάχνοντάς κάποια καλύτερη διανυκτέρευση.

Πάω στο φειζερ να πάρω τα πράγματα και στουμπώνω πάνω από την κλειδαριά του τιμονιού τις αδιάβροχες γκέτες και από πάνω, ρίχνω το αδιάβροχο. Αυτή ήταν η ολοκληρωμένη μου αντί ADAC προστασία, για να μην έχουμε άλλα τώρα που οδεύουμε προς το τέλος.

Περπατάω στην πόλη προχωρώντας πάνω στην κεντρική της αρτηρία μέχρι που, χώθηκα μέσα στα στενά. 

 


Ήταν πανέμορφο μέρος μακράν το πιο γραφικό που επισκέφτηκα στις διακοπές μου, μέχρι στιγμής. Εκτός βέβαια από την Ορτυγία που αποτελούσε μια κατηγορία από μόνη της.




 


 Έκατσα σε ένα παγκάκι πίνοντας καφέ και χαζεύα τους ιταλούς το πως ζούσαν την καθημερινότητά τους. Μετά από ώρα συνεχίζοντας την βόλτα μου έφτασα στον κεντρικό ναό της πόλης όπου, και πάλι άραξα. 





Αν είσαι μόνος σου διακοπές όπου βρεις αράζεις και ότι μπορείς φωτογραφίζεις, τίποτε άλλο... Αν είσαι παντρεμένος, δεν μπορείς να κάνεις!




Και ένα κουίζ έτσι για να σπάσει η μονοτονία...

Τι κοινό έχουν αυτό το πανέμορφο Μάλαμουτ με τους ιταλούς.





Οτι δεν μιλάνε αγγλικά!!!!


Οχι αγάπη μου, δεν σε μαλώνω...


Πω πω ρε παιδιά τι είναι αυτή ιταλοί. Μα κανείς! Έλεος δηλαδή, σε τουριστικό μέρος είμαι δεν είμαι σε τίποτα κουτσό-χωριά. Τα πατήματά μου με έφεραν ξανά εκεί που ήταν το αόρατο ξενοδοχείο... Ναι το ξεχάσαμε αυτό! 
Και πήρα κατεύθυνση από την άλλη πλευρά, προς την έξοδο της πόλης. Περπάτησα στο παραλιακό δρόμο έφτασα παραδίπλα από ένα εν-λειτουργία φάρο χαζεύοντας πως, φωσφοριζέ τον ουρανό. Απομακρύνθηκα αρκετά μέχρι που έριξε μια νεροποντή και δεν ήξερα που να κρυφτώ! Ξενέρωσα! Και αναγκαστικά πήρα το δρόμο της επιστροφής.

Φτάνω μούσκεμα στο ξενοδοχείο ανεβαίνω στο δωμάτιο και εκείνη την ώρα βλέπω, τον ξενοδόχο να βγαίνει από το δωμάτιο μου... ΕΠ Κύριος τι κάνεις εδώ! Αυτός πάγωσε και με εξήγησε ότι απλά, μου έφερε μία κουβέρτα για να μην κρυώσω το βράδυ. Τελοσπάντων! Καλά έκανε αλλά σίγουρα με ασκημο τρόπο!

Τρώω τις κονσέρβες μου μέσα αυτήν την φορά μιας και έξω, ήταν όλα μούσκεμα. Πάω να κάνω ένα τσιγάρο και η βροχή είχε σταματήσει. Της μάνας σου! Επί πόση ώρα σκεφτόμουν, να βγω ή να μην βγω έξω. Σίγουρα ήθελα να δω περισσότερα από το Cefalu αλλά ήμουν κουρασμένος. Άσε που είχα βαρύνει από τις κονσέρβες και βαριόμουν, που ζούσα. Και εκεί κάνω το απίστευτο. Μπαίνω στο ίντερνετ να δω, τι δεν είδα από την πόλη! Τόσες μέρες ούτε μία φορά δεν αξιώθηκα να δω, τι θα δω στις πόλεις που διανυκτέρευεσα  προτού να τις περπατήσω, ώστε να μην πηγαίνω στα χαμένα. Και κοίταξα σήμερα το τι τελικά, δεν θα δω λογο της  βροχής. Μιλάμε σχιζοφρένεια όχι αστεία!

Κοιτάω φωτογραφίες…  Βλέπω τον καθεδρικό της πόλης και τρώω ένα κόλλημα, αν τελικά αυτός ήταν ο καθεδρικός που είδα ή κάποιος άλλος! ΣΑΛΤΑΡΑ! Εντωμεταξύ από το μπαλκόνι μου φαινόταν ο ναος... Μία έβγαινα στο μπαλκόνι και κοιτούσα την εκκλησία μία, την κοιτούσα από το ίντερνετ και μία, από τις φωτογραφίες που τράβηξα. Ρε μήπως με χαλάνε οι διακοπές!
Τελικά μετά από πολύ σκέψη κατέληξα ότι, ΜΑΛΛΟΝ αυτός είναι ο καθεδρικός! Έλα μωρέ από την κούραση θα είναι.

Μιλάω με τη γυναίκα μου στο τηλέφωνο και φυσικά μέσα στην περηφάνεια της λέω, το σκηνικό με το αόρατο ξενοδοχείο.

– Θεέ μου που σε βρήκα!

Και μετέπειτα το σκηνικό με το καθεδρικό.

- Θέε μου λυπήσου με!

Μέχρι που αποφάσισα να κοιμηθώ. Αρκετά περάσαμε και σήμερα, αύριο πάλι.


 


Τελος Α μερους...


Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Γράψτε ενα σχόλιο